Πέμπτη 7 Φεβρουαρίου 2013

Η λειτουργία της μετοχής - Παραδείγματα






Κείμενο:  Η λειτουργία της μετοχής.  Παραδείγματα   
Ηλιόπουλος Σαράντης

…ἐπειδὴ  δ' ἐγγὺς τῆς Κυζίκου ἦν, αἰθρίας γενομένης καὶ τοῦ ἡλίου  ἐκλάμψαντος καθορᾷ τὰς τοῦ Μινδάρου ναῦς γυμναζομένας πόρρω ἀπὸ τοῦ λιμένος καὶ ἀπειλημμένας ὑπ' αὐτοῦ, ἑξήκοντα  οὔσας. οἱ δὲ Πελοποννήσιοι ἰδόντες τὰς τῶν Ἀθηναίων  τριήρεις οὔσας πλείους τε πολλῷ ἢ πρότερον καὶ πρὸς τῷ  λιμένι, ἔφυγον εἰς τὴν γῆν· καὶ συνορμίσαντες τὰς ναῦς ἐμάχοντο ἐπιπλέουσι τοῖς ἐναντίοις. Ἀλκιβιάδης δὲ ταῖς  εἴκοσι τῶν νεῶν περιπλεύσας ἀπέβη εἰς τὴν γῆν. ἰδὼν δὲ ὁ Μίνδαρος, καὶ αὐτὸς ἀποβὰς ἐν τῇ γῇ μαχόμενος ἀπέθανεν· οἱ δὲ μετ' αὐτοῦ ὄντες ἔφυγον. τὰς δὲ ναῦς οἱ  Ἀθηναῖοι ᾤχοντο ἄγοντες ἁπάσας εἰς Προκόννησον πλὴν  τῶν Συρακοσίων· ἐκείνας δὲ αὐτοὶ κατέκαυσαν οἱ Συρακόσιοι.


Ερωτήσεις

Α. Μετάφραση.

1. Να προσδιορίσετε τη συντακτική θέση των λέξεων που ακολουθούν:
ἁπάσας, γυμναζομένας, πλείους, τοῖς ἐναντίοις, τῶν νεῶν, τῆς Κυζίκου.
2. Να προσδιορίσετε τη συντακτική θέση όλων των μετοχών του κειμένου.
3. ἀπειλημμένας: Να γράψετε την οριστική και προστακτική παρακειμένου στη φωνή που βρίσκεται ο τύπος.
4. μετ' αὐτοῦ: Η αντωνυμία αυτός, -ή, -ό πότε είναι  οριστική και πότε είναι επαναληπτική

5. Ποια άλλα ρήματα κλίνονται όπως το ρήμα πλέω;

6. ἐγγύς:  Να γράψετε τα παραθετικά και στους τρεις βαθμούς.

7. Να γράψετε τα ρήματα που σχηματίζουν αόριστο β΄.



Να εντοπίσετε το είδος των μετοχών στα παρακάτω παραδείγματα.
Ηλιόπουλος Σαράντης

τὸ στράτευμα ἐπορίζετο σῖτον ὅπως ἐδύνατο ἐκ τῶν ὑποζυγίων κόπτοντες τοὺς βοῦς καὶ ὄνους || οι στρατιώτες προμηθεύονταν τροφή όπως μπορούσαν από τα υποζύγια, σφάζοντας τα βόδια και τα γαϊδούρια.

τῶν Χαλδαίων τινὲς λῃζόμενοι ζῶσιν || μερικοί από τους Χαλδαίους ζουν ληστεύοντας, από τη ληστεία [ή: μέσω της ληστείας].

καὶ ἣ γελάσασα ἔφη || και αυτή είπε γελώντας.

φησὶν αὐτὸν Ἀθηναῖον τὸν δῆμον ποιήσαντα, ψευδόμενος || θα ισχυριστεί, λέγοντας ψέμματα, ότι ο λαός τον έκανε αθηναίο πολίτη.

ὅτε δ' ὑμεῖς, καλῶς ποιοῦντες, καὶ κατὰ τὰς κοινὰς πράξεις καὶ κατὰ τὴν ὁμόνοιαν καὶ κατὰ τἄλλα πάντ' ἄμεινον ἐκείνων πράττετε || αφού όμως εσείς, καλώς πράττοντας, και από της απόψη της διοίκησης των κοινών και της ομόνοιας και ως

ἐγώ, ὦ Κῦρε, τῶν μουσουργῶν ἀκούσαςσπέρας ὧν σὺ νῦν ἔχεις, ἤκουσα ἡδέως || εγώ, Κύρε, ακούγοντας χθές βράδυ τις γυναίκες μουσικούς που τώρα τις έχεις εσύ πολύ τις χάρηκε το αφτί μου.

ἂν τύχῃ βακτηρίαν ἔχων, ἂν μὴ ἐκφύγω φεύγων αὐτόν, εὖ μάλα μου ἐφικέσθαι πειράσεται || αν τύχει και έχει καμιά μαγκούρα θα προσπαθήσει, αν δεν του ξεφύγω στα σβέλτα, να μου καταφέρει καμιά ξεγυρισμένη.

ἀκούσασι τοῖς στρατηγοῖς ταῦτα ἔδοξε τὸ στράτευμα συναγαγεῖν || αφού οι στρατηγοί άκουσαν αυτά αποφάσισαν να συγκεντρώσουν τους στρατιώτες.

 [τὸ θεῖον σημεῖον] πολλαχοῦ δή με ἐπέσχε λέγοντα μεταξύ || το θεϊκό σημάδι με σταματούσε σε πολλά σημεία ενώ μιλούσα [κατά τη διάρκεια του λόγου μου].

ἀκροασάμενοι τῆς ἀπολογίας τότε ἤδη ψηφίζεσθε || αφού ακούσετε την απολογία, τότε ψηφίστε.

νῦν μὲν δειπνεῖτε παρ' ἡμῖν∙δειπνήσαντες δὲ ἀπελαύνετε ὅποι ὑμῖν θυμός || τώρα δειπνήστε μαζί μου, και όταν δειπνήσετε πηγαίνετε όπου θέλετε.

ἐπιθυμῶ γε τοῦ πράγματος ἐκ νέου ἀρξάμενος || επιθυμώ αυτό το πράγμα ήδη από τότε που ήμουν νέος.

παρῆκε αὐτοῦ τὸ στρατόπεδον ἀρξάμενον ἀπὸ Ἐρυθρέων παρὰ Ὑσιάς || το στρατόπεδό του άρχιζε από τις Ερυθρές και έφτανε ώς τις Υσιές.

οὐδενὸς φῂς ἀνθρώπων ἐνδεὴς εἶναι εἰς οὐδέν∙τὰ γὰρ ὑπάρχοντά σοι μεγάλα εἶναι, ὥστε μηδενὸς δεῖσθαι, ἀπὸ τοῦ σώματος ἀρξάμενα τελευτῶντα ἐς τὴν ψυχήν || λές ότι δεν χρειάζεσαι τίποτα από κανέναν, διότι αυτά που κατέχεις, αρχίζοντας από το σώμα και τελειώνοντας με την ψυχή, είναι τόσα πολλά και μεγάλα ώστε να μην σου λείπει τίποτα.

ἐοῦσα δὲ Αἴγυπτος ὅμουρος τῇ Λιβύῃ οὐ μάλα θηριώδης ἐστί || αν και συνορεύει με τη Λιβύη, η Αίγυπτος δεν έχει πολλά ζώα.

 [Λακεδαιμόνιοι] καίπερ οὐ βουλόμενοι ἔνδηλοι εἶναι τοῖς Ἀθηναίοις, ἐπρεσβεύοντο παρ' αὐτούς || οι Λακεδαιμόνιοι αν και δεν ήθελαν να φανερωθούν, έστελναν πρέσβεις στους Αθηναίους.

Ἀγησίλαος καὶ μάλαβουλόμενος ἀπάγειν τὸ στράτευμα, καὶ γὰρ ἦν μέσος χειμών, ὅμως ἐκεῖ κατέμεινε τρεῖς ἡμέρας ο Αγησίλαος αν και πολύ το επιθυμούσε να φύγει με τους στρατιώτες, γιατί ήταν μεσοχείμωνο, παρέμεινε εκεί για τρεις μέρες.

 [Ἀβραδάτας] πρόσθεν θαμίζων ἐφ' ἡμᾶς νῦν οὐδαμοῦ φαίνεται || ενώ ο Αβραδάτας πριν ερχόταν συχνά να με επισκεφτεί, τώρα δεν φαίνεται πουθενά.

ἡ Σπάρτη τῶν ὀλιγανθρωποτάτων πόλεων οὖσα δυνατωτάτη ἐν τῇ Ἑλλάδι ἐφάνη || η Σπάρτη μολονότι είναι από τις πόλεις με τον μικρότερο πληθυσμό, αποδείχτηκε η πιο ισχυρή στην Ελλάδα.

ὃν Ἀθηναῖοι πολλάκις ἑαυτῶν στρατηγὸν ᾕρηνται ξένον ὄντα || τον οποίον οι Αθηναίοι εξέλεξαν στρατηγό τους μολονότι ήταν ξένος.

ἄξιον γὰρ ὅμως καίπερ πρὸς εἰδότας διελθεῖν || γιατί αξίζει, αν και τα γνωρίζετε, να σας μιλήσω γι' αυτά.

ἐγὼ μὲν οὐδὲ πεπονθὼς κακῶς ἐχθρὸν εἶναί μοι τοῦτον ὁμολογώ || εγώ, παρ' όλα όσα τράβηξα, δεν δέχομαι ότι αυτός είναι εχθρός μου.

κακῶς ὄλοισθ'· ὀλεῖσθε δ' ἠδικηκότες τὸν ἄνδρα τόνδε || κακό τέλος να έχετε∙και θα το έχετε, γιατί έχετε αδικήσει τούτον εδώ τον άνδρα [δηλαδή εμένα, τον Φιλοκτήτη].

τοῦδε εἵνεκεν ἀνεβίβασε [τὸν Κροῖσον] ἐπὶ τὴν πυρήν, βουλόμενος εἰδέναι εἴ τις μιν δαιμόνων ῥύσεται || γι΄ αυτό ακριβώς ανέβασε τον Κροίσο στην πυρά, επειδή ήθελε να δει αν κάποιος από τους θεούς θα τον γλύτωνε.

Παρύσατις ἡ μήτηρ ὑπῆρχε τῷ Κύρῳ, φιλοῦσα αὐτὸν μᾶλλον ἢ τὸν βασιλεύοντα Ἀρταξέρξην || η Παρύσατις, η μητέρα τους, υποστήριζε από την αρχή τον Κύρο επειδή τον αγαπούσε περισσότερο από τον Αρταξέρξη που ήταν βασιλιάς.

ἅτε ἐξαίφνης ἐπιπεσόντες ἀνδράποδά τε πολλὰ ἔλαβον καὶ πρόβατα πολλά περιεβάλοντο || επειδή λοιπόν επετέθηκαν αιφνιδιαστικά, και πολλούς αιχμάλωτους πιάσανε και πολλά πρόβατα περικύλωσαν και τα πήραν μαζί τους.

 [τὸν θάνατον] δεδίασι δ' ὡς εὖ εἰδότες ὅτι μέγιστον τῶν κακῶν ἐστι || τον θάνατο τον φοβούνται διότι τάχα [ή: σαν να, λες και] γνωρίζουν πως είναι το πιο μεγάλο κακό.

νομίζων ἀμείνους καὶ κρείττους πολλῶν βαρβάρων ὑμᾶς εἶναι, διὰ τοῦτο προσέλαβον || σας πήρα μαζί μου επειδή έχω τη γνώμη ότι είστε πιο ανδρείοι και ανώτεροι από πολλούς βαρβάρους.

ἐπηρώτων τὸν θεόν, εἰ πολεμοῦσιν ἄμεινον ἔσται ρωτούσαν τον θεό μήπως θα ήταν καλύτερα αν πολεμήσουν.

τοὺς φίλους εὐργετοῦντες καὶ τοὺς ἐχθροὺς δυνήσεσθε κολάζειν || αν ευεργετείτε τους φίλους σας, θα μπορέσετε να τιμωρείτε και τους εχθρούς σας.

οὗ δὴ τὸν αἴτιον θεὸν ὑμνοῦντες δικαίως ἂν ὑμνοῖμεν Ἔρωτα || αν θέλουμε να υμνήσουμε τον θεό που είναι υπεύθυνος γι' αυτό, είναι δίκαιο να υμνήσουμε τον Έρωτα.

Κροῖσος Ἅλυν διαβὰςμεγάλην ἀρχὴν καταλύσει || ο Κύρος αν περάσει τον Άλυ θα καταστρέψει ένα μεγάλο βασίλειο.

ναυμαχίας δὲ πρὸς σελήνην γενομένης, τέτταρας τριήρεις λαμβάνει ὁ Γοργώπας || όταν έγινε η ναυμαχία υπό το σεληνόφως ο Γοργώπας κυρίεψε τέσσερεις τριήρεις.

ὑποφαίνοντος δὲ πάλιν τοῦ ἦρος ὁ Ἀγησίλαος κλινοπετὴς ἦν || όταν άρχισε να φαίνεται η άνοιξη ο Αγησίλαος ήταν κατάκοιτος.

δρυὸς πεσούσης πᾶς ἀνὴρ ξυλεύεται || όταν πέσει η βαλανιδιά κόβει ο καθένας ξύλα.

 [Ἀγησίλαος] ἀποπλεῖ οἴκαδε καίπερ μέσου χειμῶνος ὄντος || αποπλέει για την πατρίδα μολονότι ήταν μεσοχείμωνο.

νοῦν οὐκ ἴσχειν περὶ αὐτὰ δοκοῦσί σοι, καίτοι νοητῶν ὄντων μετὰ ἀρχῆς || σου δίνουν την εντύπωση πως δεν κατανοούν αυτά τα αντικείμενα μολονότι αυτά είναι δυνατόν, σε συνάρτηση με την πρώτη αρχή, να γίνονται κατανοητά.

καὶ ἐς Ἰωνίαν ὕστερον ὡς οὐχ ἱκανῆς οὔσης τῆς Ἀττικῆς ἀποικίας ἐξέπεμψαν || αργότερα, επειδή θεωρούσαν πως πια δεν τους χωράει η Αττική, έστειλαν [οι Αθηναίοι] ανθρώπους να ιδρύσουν αποικίες και στην Ιωνία.

οὕτω δ' ἐχόντων [τῶν πραγμάτων], εἰκὸς τοῖς πολεμίοις ἐναντίους εἶναι τοὺς θεούς || επειδή έτσι έχουν τα πράγματα, είναι φυσικό οι θεοί να εναντιώνονται στους εχθρούς μας.

παρήγγειλεν αὐτοῖς παρασκευάζεσθαι ὡς μάχης ἐσομένης παράγγειλε στους στρατιώτες να ετοιμαστούν γιατί θα γίνει μάχη.

τῶν σωμάτων θηλυνωμένων καὶ αἱ ψυχαὶ πολὺ ἀρρωστότεραι γίγνονται || εάν γίνουν μαλθακά τα σώματα γίνονται και οι ψυχές πολύ πιο αδύναμες.

τῶν μὲν γὰρ ἀθλητῶν δὶς τοσαύτην ῥώμην λαβόντων οὐδὲν ἂν πλέον γένοιτο τοῖς ἄλλοις || γιατί και αν ακόμη αποκτήσουν οι αθλητές δυο φορές τόση δύναμη, οι άλλοι δε θα είχαν να κερδίσουν τίποτα παραπάνω.
 [Σωκράτης] ηὔχετο πρὸς τοὺς θεοὺς ἁπλῶς τἀγαθὰ διδόναι, ὡς τοὺς θεοὺς κάλλιστα εἰδότας ὁποῖα ἀγαθά ἐστι || ο Σωκράτης προσευχόταν στους θεούς απλώς να του δώσουν τα αγαθά, διότι οι θεοί γνωρίζουν πολύ καλά ποια πράγματα είναι αγαθά.

ἀναβαίνοντες δ' ὑμᾶς ἐξαιτήσονται καὶ ἀντιβολήσουσιν, οὐκ ἀξιοῦντες τοῦ Ἀλκιβιάδου ὑέος τοσαύτην δειλίαν καταγνῶναι, ὡς ἐκεῖνον πολλῶν ἀγαθῶν ἀλλ' οὐχὶ πολλῶν κακῶν αἴτιον γεγενημένον || αφού ανεβούν στο βήμα, θα ζητήσουν από σας και θα σας ικετεύσουν, ισχυριζόμενοι ότι δεν πρέπει να κηρύξετε ένοχο τον γιο του Αλκιβιάδη για τέτοια ανανδρία, γιατί δήθεν εκείνος έγινε πρόξενος πολλών καλών και όχι πολλών κακών για την πόλη. 

τὴν μὲν οὖν γενομένην ναυμαχίαν αὐτοὶ κατὰ μόνας ἀπεωσάμεθα Κορινθίους || στη ναυμαχία που έγινε αποκρούσαμε μόνοι μας τους Κορίνθιους.


ἐς τὸν μέλλοντα καὶ ὅσον οὐ παρόντα πόλεμον || στον πόλεμο που πρόκειται να γίνει και που απλώς δεν άρχισε ακόμη.

τὸν ἱερὸν καλούμενον πόλεμον ἐστράτευσαν || ξεκίνησαν τονπόλεμο που ονομάστηκε "ιερός".
ἐπολέμει τοῖς Θρᾳξὶ τοῖς ὑπὲρ Ἑλλήσποντον οἰκοῦσι || πολεμούσε εναντίον των Θρακών, οι οποίοι κατοικούν πάνω από τον Ελλήσποντο.

μὴ οὖν οἴου τὰ μόνα ἀγαθὰ ἡμῖν ὄντα ὑμῖν παραδώσειν || μη νομίζεις λοιπόν ότι θα παραδώσουμε σε σας τα μόνα αγαθά που έχουμε.

ἦλθον ἐπί τινα τῶν δοκούντων σοφῶν εἶναι || πήγα σε κάποιον από αυτούςπου νομίζουν πως είναι σοφοί.

ὁ παρὼν καιρός || η παρούσα στιγμή.

τοίνυν τὴν πίστιν ἀφαιρῶν τῶν δωρειῶν νόμος || ο νόμος εκείνος λοιπόν που καταστρέφει την εμπιστοσύνη στις δωρεές.

τὰς ἔχθρας τὰς ἐνεστηκυίας διαλυσαμένους || παραμερίζοντας τις υφιστάμενες αντιπαλότητες.

οἱ μὲν γὰρ στρατηγήσαντες ὑμῖν πολλάκις μείζω τὴν πόλιν τοῖςδιαδεχομένοις στρατηγοῖς παρεδίδοσαν || άλλοι αφού σας υπηρέτησαν πολλές φορές ως στρατηγοί παρέδωσαν την πόλη μεγαλύτερη σε αυτούς που τους διαδέχτηκαν.

αἱ πόλεις αἱ δημοκρατούμεναι [διοικοῦνται] τοῖς νόμοις τοῖς κειμένοις || οι πόλεις που έχουν δημοκρατικό πολίτευμα κυβερνώνται σύμφωνα με τους ισχύοντες νόμους.
Σκιωναίους οἱ Ἀθηναῖοι ἐκπολιορκήσαντες ἀπέκτειναν τοὺς ἡβῶντας οι Αθηναίοι αφού κατέβαλαν με πολιορκία τους Σκιωναίους σκότωσαν αυτούς που βρίσκονταν στην ήβη [τους έφηβους].

πολλάκις ἐθαύμασα τίσι ποτὲ λόγοις Ἀθηναίους ἔπεισαν οἱ γραψάμενοι Σωκράτην ὡς ἄξιος εἴη θανάτου τῇ πόλει || πολλές φορές αναρωτήθηκα με ποια επιχειρήματα έπεισαν τους Αθηναίους αυτοί που κατηγόρησαν τον Σωκράτη στο δικαστήριο ότι του αξίζει ο θάνατος για το καλό της πόλης.

ἀρχαῖος εἴη νόμος κάλλιστος τοὺς μὲν ἔχοντας διδόναι τῷ βασιλεῖ τιμῆς ἕνεκα, τοῖς δὲ μὴ ἔχουσι διδόναι τὸν βασιλέα || υπήρχε ένα ωραιότατο παλιό έθιμο να δίνουν αυτοί που έχουν στο βασιλιά τιμής ένεκεν, ενώ σε αυτούς που δεν έχουν να δίνει ο βασιλιάς.

ἀναλογιζομένη [ἡ ψυχὴ] ἐν ἑαυτῇ τὰ γεγονότα καὶ τὰ παρόντα πρὸς τὰ μέλλοντα || συσχετίζοντας η ψυχή μέσα της αυτά που έγιναν [τα παρελθόντα] και αυτά που είναι τώρα [τα παρόντα] με αυτά που

μεταπεμπόμενοι ἦσαν || αυτά που είχαν παραγγείλει.

συνελυληθότες ἦσαν αὐτόσε καὶ ἄνδρες καὶ γυναῖκες καὶ κτήνη πολλά || είχαν συναθροιστεί σε κείνο το μέρος και άνδρες και γυναίκες και πολλά ζώα.

τί ποτ' ἐστὶν οὗτος ἐκείνου διαφέρων || σε τι λοιπόν διαφέρει αυτός από εκείνον.

τοῦτο ὑπάρχειν ὑμᾶς εἰδότας ἡγοῦμαι || πιστεύω ότι σίγουρα το γνωρίζετε αυτό.
μὴ σαυτόν θ' ἅμα κἄμ', ὄντα σαυτοῦ πρόστροπον, κτείνας γένῃ για να μη γίνεις φονιάς του εαυτού σου και δικός μου, που είμαι και ικέτης σου.

μισοῦντες γίγνονται τοὺς κακούς || μισούν τους κακούς [γίνονται άνθρωποι που μισούν τους κακούς].

ὁ πρεσβύτερος [παῖς] παρὼν ἐτύγχανεν || ο μεγαλύτερος γιος του έτυχε να είναι εκεί [ή: βρισκόταν κατά τύχη εκεί].

μέγιστον τῶν κακῶν τυγχάνει ὂν τὸ ἀδικεῖν || το να αδικεί κανείς είναι το μεγαλύτερο από τα κακά.

ἡ μάθησις οὐκ ἄλλο τι ἢ ἀνάμνησις τυγχάνει οὖσα || η μάθηση δεν είναι τίποτα άλλο παρά ανάμνηση.

ἕν τι συνιστάντες λανθάνωσιν κακὸν μέγα ἐν τῇ αὑτῶν ψυχῇ || προκαλούν μέσα στην ψυχή τους χωρίς να το καταλάβουν ένα μεγάλο κακό [ή: προκαλούν ανεπίγνωστα ένα μεγάλο κακό].

λάθε βιώσας να ζεις στην αφάνεια.

καὶ νῦν αὕτη ἡ οἰκίη διατελέει μούνη ἐλευθέρη ἐοῦσα Περσέων || και το γένος αυτό εξακολουθεί αδιάλειπτα μέχρι σήμερα να είναι το μόνο ελεύθερο ανάμεσα στους Πέρσες.

φαίνεται ἡ νῦν Ἑλλὰς καλουμένη οὐ πάλαι βεβαίως οἰκουμένη || φαίνεται πως η χώρα που τώρα ονομάζεται Ελλάδα παλαιότερα δεν ήταν μόνιμα κατοικημένη.

ὁ δὲ [Κῦρος] ἐλπίδας λέγων διῆγε καὶ δῆλος ἦν ἀνιώμενος || ο Κύρος τους έδινε ελπίδες [στους στρατιώτες] και ήταν φανερό πως στεναχωριόταν.

ἔφθησαν πολλῷ οἱ Σκῦθαι τοὺς Πέρσας ἐπὶ τὴν γέφυραν ἀπικόμενοι || οι Σκύθες έφθασαν στη γέφυρα πολύ νωρίτερα από τους Πέρσες.

ὑπὸ τοῦ προστεταγμένου δαίμονος οἴχεται ἀγομένη [ἡ ψυχή] || η ψυχή φεύγει οδηγούμενη από τον εντεταλμένο δαίμονα.

ἥδομαι, ὦ Κλέαρχε, ἀκούων σου φρονίμους λόγους || χαίρομαι, Κλέαρχε, που ακούω συνετά λόγια από σένα [ή: ακούω με ευχαρίστηση συνετά λόγια από σένα].

χαίρω διαλεγόμενος τοῖς σφόδρα πρεσβύταις || χαίρομαι να συζητώ με τους πολύ ηλικιωμένους [ή: συζητώ με χαρά κ.λπ.]

ἐλυποῦντο οἱ δυνατοὶ καλὰ κτήματα ἀπολωλεκότες, τὸ δὲ μέγιστον, πόλεμον ἀντ' εἰρήνης ἔχοντες || δυσφορούσαν οι πλούσιοι επειδή είχαν χάσει ωραία ακίνητα, και το χειρότερο, επειδή είχανε πόλεμο αντί για ειρήνη.

οὓς ἂν τῶν λόγων ἀλγῶ κλύων || τα λόγια που πονώ ακούγοντάς τα [ή: που τα ακούω με πόνο].

καὶ τοῦτο οὐκ αἰσχύνομαι λέγων || και δεν ντρέπομαι να το ομολογώ αυτό [ή: το ομολογώ χωρίς ντροπή].

ἀδικούμενοι οἱ ἄνθρωποι μᾶλλον ὀργίζονταιβιαζόμενοι || οι άνθρωποι θυμώνουν περισσότερο όταν αδικούνται παρά όταν εξαναγκάζονται με τη βία.

 [οἱ Ἀθηναῖοι] μετεμέλοντο τὰς σπονδὰς οὐ δεξάμενοι || οι Αθηναίοι μετάνιωναν που δεν αποδέχτηκαν τη συμφωνία ειρήνης.

οὕτως ῥᾳδίως φέρεις ἡμᾶς ἀπολείπων || μας εγκαταλείπεις με τόσο ελαφριά την καρδιά.

ἐβαρύνοντο δὲ καὶ χαλεπῶς ἔφερον οἰκίας τε καταλείποντες καὶ ἱερά || τους έθλιβε και τους στεναχωρούσε που άφηναν πίσω τα σπίτια και τα ιερά τους.

ἀδικεῖτε, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, πολέμου ἄρχοντες καὶ σπονδὰς λύοντες || Αθηναίοι, δεν κάνετε καλά που αρχίζετε τον πόλεμο και καταλύετε τις συμφωνίες [ή: άδικα αρχίζετε τον πόλεμο και κακώς καταλύετε τις συμφωνίες].

ἀδικεῖ Σωκράτης οὓς μὲν ἡ πόλις νομίζει θεοὺς οὐ νομίζων, ἕτερα δὲ καινὰ δαιμόνια εἰσφέρων·  

ἀδικεῖ δὲ καὶ τοὺς νέους διαφθείρων || παρανομεί ο Σωκράτης μη αποδεχόμενος στους θεούς που αποδέχεται η πόλη και προσπαθώντας να εισαγάγει νέους θεούςπαρανομεί επίσης και παραπλανώντας τους νέους [ή παράνομα ο Σωκράτης δεν αποδέχεται κ.λπ.].

τούτων φίλος εὐεργετῶν οὐδενὸς λείπεται || σε όλα αυτά ο φίλος που ευεργετεί δεν υστερεί σε τίποτα.

 [=τοὺς φίλους] πάντας πειρῶ νικᾶν εὖ ποιῶν, ἐὰν γὰρ τοὺς φίλους κρατῇς εὖ ποιῶν, οὐ μή σοι δύνωνται ἀντέχειν οἱ πολέμιοι || κι όλους να προσπαθείς να τους νικάς ευεργετώντας τους, αν νικάς τους φίλους ευεργετώντας τους δεν θα μπορούν να σου αντισταθούν οι εχθροί [ή: να προσπαθείς να ξεπερνάς όλους τους φίλους στην ευεργεσία, αν ξεπερνάς τους φίλους στην ευεργεσία κ.λπ.].

τούτου εἴς γε δύναμιν οὐχ ἡττησόμεθα εὖ ποιοῦντες || δεν θα υστερήσουμε κατά δύναμη έναντί του στην ευεργεσία [ή: δεν θα ευεργετήσουμε λιγότερο από αυτόν].

ὁ Κυαξάρης ἔλεγεν, ὅτι [ὁ Κῦρος] ἐξαμαρτάνοι διατρίβων καὶ οὐκ ἄγων ὡς τάχιστα ἐπὶ τοὺς πολεμίους || ο Κυαξάρης διαμήνυε στον Κύρο πως δεν κάνει καλά να αργοπορεί και να μην οδηγεί το στράτευμα όσο γίνεται πιο γρήγορα εναντίον των εχθρών [ή: ότι κακώς αργοπορεί και δεν οδηγεί το στράτευμα κ.λπ.].

ἐμοὶ χαρίζου ἀποκρινόμενος || κάνε μου τη χάρη να απαντήσεις [ή: απάντησε για χάρη μου].

εὖ ἐποίησας ἀναμνήσας με || καλά έκανες και μου το θύμησες [ή: καλά και μου το θύμησες].

Θρασύβουλος καλῶς ἐποίησεν οὕτως τελευτήσας τὸν βίον || ο Θρασύβουλος καλά έκανε που πέθανε όπως πέθανε [ή καλώς πέθανε όπως πέθανε].

ἄρξομαι ἀπὸ τῆς ἰατρικῆς λέγων || θα αρχίσω μιλώντας για την ιατρική [ή: θα μιλήσω πρώτα για την ιατρική].

παύσωτοῦτο γιγνόμενον || θα σταματήσω αυτό που γίνεται.

 [ἐγὼ] οὔποτε ἐπαυόμην ἡμᾶς μὲν οἰκτίρων || εγώ ποτέ δεν έπαψα να ελεεινολογώ εμάς τους Έλληνες.

αἱ τοιαῦται δέσποιναι αἰκιζόμεναι τὰ σώματα τῶν ἀνθρώπων καὶ τὰς ψυχὰς καὶ τοὺς οἴκους οὔποτε λήγουσιν, ἔστ' ἂν ἄρχωσιν αὐτῶν || τέτοιες αφέντρες [όπως οι επιθυμίες] δεν παύουν να βασανίζουν τα σώματα, τις ψυχές και τα σπίτια των ανθρώπων, μέχρι να κυριαρχήσουν σε αυτά.

τότε ὑμεῖς, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, οὐκ ἠνέσχετε ἀκούσαντες περὶ τῶν τειχῶν τῆς κατασκαφής || τότε εσείς, Αθηναίοι, δεν αντέξατε να ακούσετε για την κατεδάφιση των τειχών.

ὅπως τε ταῦτα [τὰ ἀγαθὰ] γίγνηται τοῖς φίλοις οὐκ ἀποκάμνεις μηχανώμενος || δεν κουράζεσαι να επινοείς τρόπους για να αποκτήσουν και οι φίλοι σου αυτά τα αγαθά [ή: επινοείς ακούραστα τρόπους κ.λπ.].

ΠΛ Γοργ 470c μὴ κάμῃς φίλον ἄνδρα εὐργετῶν || μη κουραστείς να ευεργετείς έναν φίλο σου.

ἀπείρηκα ἤδη ξυσκευαζόμενος καὶ βαδίζων καὶ τρέχων καὶ τὰ ὅπλα φέρων καὶ ἐν τάξει ὢν καὶ φυλακὰς φυλάττων καὶ μαχόμενος || έχω κουραστεί πια να ετοιμάζω τις αποσκευές μου και να βαδίζω και να κουβαλάω τα όπλα και να κάνω πορείες σε παράταξη και να φυλάω σκοπιές και να πολεμάω.

ἀπείποιμεν δ' ἂν ἀκούοντές τε καὶ λέγοντες, εἰ πάσας τὰς τοιαύτας πράξεις ἐξετάζοιμεν || θα κουραζόμασταν να ακούμε και να μιλάμε αν θέλαμε να εξετάσουμε τις πράξεις αυτού του είδους.

ἡμεῖς ἀδύνατοι ὁρῶμεν ὄντες τῇ οἰκείᾳ μόνον δυνάμει περιγενέσθαι || εμείς βλέπουμε πως δεν είμαστε σε θέση να υπερισχύσουμε μόνο με τις δικές μας δυνάμεις.

 [ὁ θεὸς] τὰ μέγιστα μὲν πράττων ὁρᾶται, τάδε δὲ οἰκονομῶν ἀόρατος ἡμῖν ἐστιν || ο θεός φαίνεται βέβαια να επιτελεί τα πιο μεγάλα πράγματα, ο τρόπος όμως που τα διευθετεί δεν είναι ορατός για μας.

ἄνθρωποι καλοὶ κἀγαθοί, ἐπειδὰν γνῶσιν ἀπιστούμενοι, οὐ φιλοῦσι τοὺς ἀπιστοῦντας || οι έντιμοι και ενάρετοι άνθρωποι όταν καταλάβουν ότι δεν τους πιστεύουν, μισούν εκείνους που δεν τους πιστεύουν.

ἴσθι ἀνόητος ὤν πρέπει να ξέρεις ότι είσαι ανόητος.

Χάρης εὕρηται πιστῶς καὶ εὐνοϊκῶς πράττων ὑπὲρ ὑμῶν || ο Χάρης βρέθηκε να ενεργεί νόμιμα και προς το συμφέρον σας.

ἐὰν δὲ ἁλῷς ἔτι τοῦτο [τὸ φιλοσοφεῖν] πράττων, ἀποθανῇ || αν σε πιάσουν να συνεχίζεις να το κάνεις αυτό [δηλ. να φιλοσοφείς], θα πεθάνεις.

ὅταν [ὁ ἄδικος ἄνθρωπος] ληφθῇ ἀδικῶν || όταν ο άδικος άνθρωπος πιαστεί να κάνει μια αδικία.

ὦ βασιλεῦ, διαβεβλημένος ὑπὸ Ἀμάσιος οὐ μανθάνεις || βασιλιά, ο Άμασις σε κορόϊδεψε και δεν το 'χεις καταλάβει [ή: δεν καταλαβαίνεις ότι εξαπατήθηκες από τον Άμασι].

μέμνημαι τοιαῦτα ἀκούσας σου || θυμάμαι ότι άκουσα τέτοια από εσένα.

αἰσθόμενος δέ ποτε [ὁ Σωκράτης] Λαμπροκλέα τὸν πρεσβύτερον υἱὸν αὐτοῦ πρὸς τὴν μητέρα  
χαλεπαίνοντα || όταν κάποτε [ο Σωκράτης] κατάλαβε ότι ο Λαμπροκλής, ο μεγαλύτερος γιος του, ήταν οργισμένος με τη μητέρα του.

Κῦρος ᾔσθετο διαβεβηκότας [τὸν Εὐφράτην], ἥσθη || ο Κύρος μόλις έμαθε ότι είχαν διαβεί τον Ευφράτη χάρηκε.

ὡς δὲ εἶδον αὐτοὺς [τὸν Κῦρον καὶ τοὺς ἱππέας] πελάζοντας οἱ λεηλατοῦντες, εὐθὺς ἀφέντες τα χρήματα ἔφευγον || όταν οι επιδρομείς τους είδαν να πλησιάζουν [τον Κύρο και τη συνοδεία του] άφησαν αμέσως όσα είχαν αρπάξει και έφυγαν.

 [Ἀθηναῖοι] ἔτλησαν ἐπιδεῖν ἐρήμην μὲν τὴν πόλιν γενομένην, τὴν δὲ χώραν πορθουμένην, ἱερὰ δὲ συλώμενα καὶ νεὼς ἐμπιπραμένους, ἅπαντα δὲ τὸν πόλεμον περὶ τὴν πατρίδα τὴν αὑτῶν γιγνόμενον || οι Αθηναίοι τόλμησαν να δουν να ερημώνεται η πόλη τους, να λεηλατείται η ύπαιθρός τους, να συλώνται να ιερά τους και να πυρπολούνται οι ναοί τους, και όλες οι εχθροπραξίες να εκτυλίσσονται στην πατρίδα τους.

τοὺς ξυμμάχους οὐ περιοψόμεθα ἀδικουμένους δεν θα παραβλέψουμε πως οι σύμμαχοί μας αδικούνται [ή: δεν θα παρακολουθούμε αμέτοχοι να αδικούνται οι σύμμαχοί μας].

 [Περικλῆς] ὡς ἔγνω τὴν ἐσβολὴν ἐσομένην || μόλις κατάλαβε [ο Περικλής] ότι θα γινόταν η εισβολή.

σαφῶς κατέμαθον φάρμακα ὑμῖν αὐτὸν ἐγχέοντα || κατάλαβα πολύ καλά ότι αυτός είχε χύσει δηλητήριο στο κρασί σας.

ὁ κῆρυξ ἀφικόμενος ηὗρε τοὺς ἄνδρας διεφθαρμένους || όταν έφτασε ο αγγελιοφόρος βρήκε τους άνδρες σκοτωμένους.

ἂν ἄρ' ἄλλον τινὰ λαμβάνῃ ψευδόμενον || αν πιάσεις κάποιον άλλον να λέει ψέματα.
μέμνημαι δὲ ἔγωγε καὶ παῖς ὢν Κριτίᾳ τῷδε συνόντ

τέως μὲν οἱ Λακεδαιμόνιοι οὐκ ᾐσθάνοντο προσιόντων τῶν πολεμίων || για μερικές στιγμές οι Λακεδαιμόνιοι δεν αντιλήφθηκαν ότι πλησίαζαν οι εχθροί.

ἤκουσε Κῦρον ἐν Κιλικίᾳ ὄντα || άκουσε [από άλλους το πραγματικό γεγονός] ότι ο Κύρος βρισκόταν στην Κιλικία.

ἐπύθοντο τὸν Πέρσην ἐόντα ἐν Πιερίῃ || πήραν την πληροφορία ότι ο Πέρσης βρισκόταν στην Πιερία.

Πελοποννήσιοι ὡς ἐπύθοντο τῆς Πύλου κατειλημμένης || οι Πελοποννήσιοι μόλις έμαθαν πως αλώθηκε η Πύλος.

ὡς δ' ᾐσθετο Κῦρον πεπτωκότα || μόλις πληροφορήθηκε ότι ο Κύρος έπεσε στη μάχη.

ἰδεῖν γὰρ ἐπεθύμει [ὁ Ἀστυάγης τὸν Κῦρον], ὅτι ἤκουεν αὐτὸν καλὸν κἀγαθὸν εἶναι || ο Αστυάγης ήθελε να δει τον Κύρο γιατί άκουγε [ως φήμη] πως ήταν ευπαρουσίαστος και ενάρετος.
.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου