ΘΕΜΑ: Ελεύθεροι Πολιορκημένοι
ΣΤΟΧΟΙ:
Να αξιολογήσουν την προσφορά του Δ.
Σολωμού στη Λογοτεχνία και γενικότερα
στον Ελληνισμό.
Να κατανοήσουν πως κάθε εποχή εκφράζεται
με μορφές τέχνης και επηρεάζει τον ιδεολογικό και γλωσσικό προσανατολισμό του
κάθε δημιουργού και να διερευνήσουν το ιστορικό
πλαίσιο δημιουργίας της σύνθεσης και να διατυπώσουν τις σκέψεις τους σχετικά με
το αν θα μπορούσε να βρει ανταπόκριση από τους αναγνώστες του σήμερα. Η γενικότερη κρίση στις μέρες μας
προβληματίζει τους μαθητές και αυτό από διδακτική άποψη είναι μια ευνοϊκή
συγκυρία
Να είναι ικανοί οι μαθητές να ανιχνεύουν στοιχεία
του κειμένου που εντάσσουν τον ποιητή σε κάποια σχολή ή ποιητικό ρεύμα.
Να προβληματιστούν για την ευθύνη των
πνευματικών ανθρώπων.
Να κατανοήσουν ότι το λεξιλόγιο, η σύνταξη
και τα σχήματα λόγου, εκτός από τη σημασία τους ως αυθυπόστατων στοιχείων,
αξιολογούνται και ως βασικοί παράγοντες δημιουργίας του ύφους.
Να
δημιουργήσουν τα δικά τους κείμενα μεταγράφοντας ένα απόσπασμα του ποιητικού
κειμένου, σε πεζό κείμενο, για να κατανοήσουν την ελλειπτικότητα του ποιητικού
λόγου.
ΜΕΣΑ :
Φύλλα εργασίας, επεξεργαστής κειμένου, Power point, διαδίκτυο,
αξιοποίηση εφαρμογών web 2).
Οι
ΤΠΕ θα χρησιμοποιηθούν στην 3η και 4η φάση, ενώ για την 1η
και 2η θα προτιμήσω τη
διδασκαλία στην αίθουσα με ομάδες και φύλλα εργασίας, γιατί έχω αποκομίσει
θετικά αποτελέσματα από προηγούμενη εμπειρία μου.
ΟΜΑΔΕΣ 6, (26
μαθητές).
ΧΡΟΝΟΣ: 6 διδακτικές ώρες (μαζί με την Εισαγωγή «Επτανησιακή
Σχολή»).
Διδακτικές
επισημάνσεις
Να παρουσιαστεί συνοπτικά το περιεχόμενο της
ποιητικής σύνθεσης και να ενταχθεί στο συνολικό έργο Του ποητή και να να
τοποθετηθεί στο ιστορικό και κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο, (Ελλάδα του 1825 -1830).
Να παρουσιαστούν τα βασικά στοιχεία στην όλη
σύνθεση: στιχουργία, επιλογή θεμάτων, μέτρο
και γλώσσα και εικονοποιία.
Να αναζητηθούν στα σχεδιάσματα τα κοινά θέματα,
για να φανεί η διαφορά που επιφέρουν στο αισθητικό αποτέλεσμα το μέτρο και ο
ρυθμός.
Να προσδιοριστεί το σταθερό μοτίβο της σολωμικής
ποίησης που αντιπαραθέτει το μεγαλείο των μικρών στη μικρὀτητα των μεγάλων.
Παράλληλο κείμενο. Να γίνει σύγκριση του Σχεδιάσματος
Α΄ με το 5ο κεφάλαιο της της «Γυναίκας της Ζάκυθος῾
1η διδακτική ώρα στην
αίθουσα με φωτοτυπημένο φύλλο εργασίας
1Η Φάση: Επτανησιακή Σχολή: Από την Εισαγωγή του βιβλίου.
Οι μαθητές εντοπίζουν τα κύρια σημεία
και εστιάζουν στον Σολωμό
Ο καθηγητής και οι μαθητές με τη βοήθεια
των ατομικών φύλλων συνθέτουν την Επτανησιακή Σχολή στα γενικά της χαρακτηριστικά.
Παρατηρήσεις:
Κρίνεται σκόπιμο να ασχοληθούμε με
τα λογοτεχνικά ρεύματα της εποχής, Ο καθηγητής θα εξηγήσει τα βασικά
χαρακτηριστικά του κλασικισμού –ρομαντισμού.
2Η Φάση. 2η και 3η
διδακτική ώρα (δίωρο): στην
αίθουσα με φωτοτυπημένο φύλλο εργασίας
.
Πρωτοβάθμια ανάγνωση. Ανάγνωση του αποσπάσματος από τον διδάσκοντα Ζητάμε
από τους μαθητές να παρατηρήσουν την έντυπη μορφή του ποιήματος. Αυτό στοχεύει στην
καλλιέργεια της αναγνωστική παρατηρητικότητας
– οπτικής ανίχνευσης της ποιητικής γραφής.
2
Πρωτοβάθμιες επισημάνσεις. Προερμηνευτικά στοιχεία που προλειένουν το έδαφος και προετοιμάζουν
το στάδιο της ερμηνείας. Προσδιορίζονται ο τίτλος, η στίξη οι στροφές η
ομοιοκαταληξία και κάποιο εξωκειμενικό ή περικειμενο στοιχείο.
3
Συζητούμε για την
πολυμορφἰα του ποιητικού λόγου. Ταυτότητα του ποιήματος –ειδολογικός προσδιορισμός
του έργου.
4
Εντοπίζουμε το μέτρο
του στίχου και ελέγχουμε τη στροφή.
5
Ερμηνευτική προσέγγιση:
Δομή έργου, παρατηρήσεις επί των εκφραστικών μέσων και τρόπων του κειμένου
(υφολογική διερεύνηση, αφηγηματικές λειτουργίες, επιλογές του δημιουργού σε διάφορα
επίπεδα γλωσσικής ανάλυσης). Σχολιασμός ή σύντομη ανάπτυξη χωρίων.
3η Φάση. 4η και 5η διδακτική ώρα.
Εκτίμηση για τα αποτελέσματα της προηγούμενης
φάσης.
Εργασία ομάδων με βάση τα φύλλα εργασίας. Αξιολόγηση και του τρόπου
διδασκαλίας, αλλά και της ομάδας.
Στάδια Εξέλιξης της Σολωμικής Ποίησης
Στα 1818 ο Διονύσιος Σολωμός επιστρέφει από την Ιταλία, όπου πραγματοποιούσε τις σπουδές του, στην πατρίδα του, τη Ζάκυνθο. Ξεκινά έτσι η “περίοδος της Ζακύνθου” μια από τις πιο δημιουργικές του ποιητή. Αρχίζει να ενδιαφέρεται για την ελληνική γλώσσα, για τη μελέτη της οποίας κατευθύνεται στην αναζήτηση της λαϊκής δημιουργίας και της απλής γλώσσας, στους ντόπιους ποιητές και στο δημοτικό τραγούδι.
Τα πρώτα του ποιήματα στην ελληνική γλώσσα είναι λυρικά και κρίνονται ως απλά ή αφελή, τόσο ως προς τη θεματολογία τους – αγνός έρωτας και θάνατος – όσο και ως προς την μορφή τους. Με τα πρώτα αυτά λυρικά ποιήματα ολοκληρώνεται το 1823 το πρώτο στάδιο στην εξελικτική πορεία του έργου του.
Το δεύτερο στάδιο, που θα διαρκέσει μέχρι το 1826,
συντελείται κάτω από την επίδραση των γεγονότων της Επανάστασης που έχει
ήδη ξεσπάσει στην Πελοπόννησο και τη Ρούμελη. Συνθέτει δύο εκτενείς
ύμνους και μερικά ποιήματα, με κύριο θέμα την αγάπη για την πατρίδα και
τον αγώνα της ανεξαρτησίας.
Την ίδια εποχή γίνονται τα πρώτα σχεδιάσματα
για δύο από τις πιο σημαντικές ποιητικές συνθέσεις του, το Λάμπρο (1823) και τους Ελεύθερους Πολιορκημένους
(1826). Βρισκόμαστε ήδη στο τρίτο στάδιο της ποιητικής του εξέλιξης,
οπότε παρατηρούμε την πρώτη προσπάθεια για την σύνθεση ενός εκτενούς,
καθαρά ρομαντικού, συνθετικού ποιήματος.
Στη Γυναίκα της Ζάκυθος
γραμμένη μεταξύ 1826 και 1833 περιγράφεται το δράμα των γυναικών
προσφύγων του Μεσολογγίου, όχι όμως με την ηρωική πνοή των άλλων
σχετικών ποιημάτων του. Πρόκειται για ένα έργο, που σηματοδοτεί το
τέταρτο στάδιο του έργου του Σολωμού, το οποίο χαρακτηρίζεται ως
«εφιαλτική σάτιρα σε πεζό».
Το 1828 ο ποιητής πηγαίνει στην Κέρκυρα
όπου θα παραμείνει μέχρι το θάνατό του στα 1857. Από το 1833 και μετά θα
εισέλθει, λοιπόν, στην περίοδο της ωριμότητάς του – το πέμπτο και
τελευταίο στάδιο της πορείας του έργου του –, η οποία χαρακτηρίζεται από
την μαθητεία του Σολωμού στα έργα ευρωπαίων, κυρίως γερμανών,
ρομαντικών ποιητών. Η μαθητεία αυτή οδηγεί στη δημιουργία μιας
ιδιάζουσας ποιητικής «με ειδοποιά στοιχεία την οργανική ανάπτυξη, την
απαράμιλλη λυρικότητα, τα υψηλά νοήματα, τη σύζευξη της ποίησης με τη
φιλοσοφία». Τα στοιχεία αυτά είναι και τα βασικά χαρακτηριστικά της
σύγχρονής του αισθητικής και φιλοσοφικής σκέψης, όπως εκφράστηκε μέσα
από το κίνημα του ρομαντισμού. Η επεξεργασία του Β΄ Σχεδιάσματος των Ελεύθερων πολιορκημένων
εδράζεται στα έτη 1833 έως 1844 περίπου. Η χρονολογία επεξεργασίας
του και η έντονη απήχηση των ρομαντικών στοιχείων, μας οδηγούν στο να
εντάξουμε το έργο αυτό στην ώριμη περίοδο του Σολωμού.
Το φως στην ποίηση του Διονυσίου Σόλωμού
O Διονύσιος Σολωμός προβάλλει μέσα από τον τόπο του ιερού. O Σολωμός
δεν είναι μόνο ποιητής της ιστορικότητας. Oύτε ποιητής εθνικός, με την
έννοια της κατάθεσης και ανάδειξης της ιστορικής και εθνικής
περιπέτειας. O Σολωμός μάς πάει παραπέρα. Eκεί που ολοκληρώνεται η
ποιητική του κατάθεση είναι μέσα από το φωτισμό και την αποκάλυψη ή τη
συνάντηση με τον τόπο του ιερού. Mε τη συνάντηση με το άλλο φως. O
Σολωμός διαφεύγει τον τόπο της ιστορικότητας, για να οδηγηθεί σ' έναν
άλλο τόπο και σ' έναν άλλο χρόνο. Aυτόν που μας συνάπτει με μιαν άλλη
αρχέγονη μνήμη. Που αποκαλύπτει τη μυστική ιερότητα των πραγμάτων.
Έχουμε στο Σολωμό ένα άμετρο, ένα άλλο φως. Ένα φως μυστικό. H ποίηση
του, ακολουθώντας μια πορεία, από τη θεματική της ιστορικότητας που τη
χαρακτηρίζει συγχρόνως ο ιδανισμός της αθωότητας και η καθαρότητα του
φυσικού φωτός, θα οδηγηθεί, σ' ένα δεύτερο στάδιο, στην κυρίαρχη
θεματική του πάθους. Xωρίς να απουσιάζει το ιερό από την πρώτη και
δεύτερη φάση της ποιητικής του, εντούτοις η ολοκλήρωση του ιερού και η
αποκάλυψη του μυστικού θα επέλθει με την ποίηση της ωριμότητας του
ποιητή, με τους «Eλεύθερους Πολιορκημένους», τον «Kρητικό» και τον
«Πόρφυρα». Mε την είσοδο στην ποιητική ωριμότητα ο πληθυσμός, μέσα από
την ιερότητα και αγιότητα που εκπέμπει, καθίσταται μυστικός. Eδώ πια θα
εισέλθει η Φεγγαροντυμένη, ως γυναικεία αναδυόμενη μορφή, πλημμυρισμένη
από ένα μυστικό φως. Δεν είμαστε στο συμβολισμό, ούτε και στην
αλληγορία. Eίμαστε στον τόπο του μυστικού. H φεγγαροντυμένη δεν είναι εκ
του κόσμου τούτου. Eισέρχεται μέσα στον κόσμο και τον μεταποιεί ή τον
μεταμορφώνει. Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Κύπρου, 2007.
Ελεύθεροι Πολιορκημένοι Δ. Σολωμού
Α' Σχεδίασμα
Το απόσπασμα 1ο
είναι πεζό, η ρήση όμως της «μεγάλης
γυναίκας» δίνεται σε ποιητική μορφή.
Οι στίχοι εδώ, όπως και στα αποσπάσματα
2 ως 7
είναι εξασύλλαβοι ή πεντασύλλαβοι, γραμμένοι σε μεσοτονικό μέτρο. Τονίζεται δηλαδή η μεσαία από τις
τρεις συλλαβές που αποτελούν τον κάθε μετρικό πόδα. Το μέτρο αυτό χρησιμοποιούνταν παλαιότερα στα θρηνητικά
τραγούδια.
(«Το χάραμα επήρα / Του Ήλιου το δρόμο...»)
Η στροφή αποτελείται από έξι
στίχους,
Ομοιοκαταληξία τεσσάρων πρώτων στίχων πλεκτή.
Το απόσπασμα 2 αποτελείται από:
δύο οκτάστιχες στροφές.
ομοιοκαταληξία πλεκτή.
Τα αποσπάσματα 3 και 4 είναι:
οκτάστιχα
ομοιοκαταληξία πλεκτή.
Το απόσπασμα 5 είναι:
δίστιχο
χωρίς ομοιοκαταληξία.
Το απόσπασμα 6 είναι:
δίστιχο
ανομοιοκατάληκτο
Το απόσπασμα 7 είναι:
τετράστιχο
με ομοιοκαταληξία πλεκτή.
Το Β' Σχεδίασμα
Αποτελείται από 61 αποσπάσματα, άλλα έμμετρα και άλλα πεζά.
Τα έμμετρα είναι γραμμένα:
σε ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο στίχο
με ομοιοκαταληξία ζευγαρωτή
Γ' Σχεδίασμα
Είναι γραμμένο σε ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο ανομοιοκατάληκτο στίχο. Η
στιχουργία εδώ φανερώνει τη σχέση του ποιητή με το δημοτικό τραγούδι.
Η γλώσσα των «Ελεύθερων Πολιορκημένων»
Η γλώσσα είναι η απλή δημοτική. Χαρακτηρίζεται
από λιτότητα και κυριολεξία. Ο λόγος είναι πυκνός και ακριβής. Οι λέξεις,
αυτόνομες και αυτοτελείς, αποδίδουν τα νοήματα με πληρότητα. Τα εκφραστικά
μέσα και τα επίθετα έχουν ουσιαστικό ρόλο και σε καμιά περίπτωση μόνο
κοσμητικό.
Τα θέματα των Ελευθέρων Πολιορκημένων»
1. Η πείνα και η εξάντληση
των Μεσολογγιτών
«Παράμερα στέκει / Ο άντρας και κλαίει / Αργά
το τουφέκι / Σηκώνει...»
και «Τα μάτια η πείνα
εμαύρισε· στα μάτια η μάνα μνέει»).
2. Η ομορφιά της φύσης που
λειτουργεί ως πειρασμός για τους πολιορκημένους
«Κι όσ'
άνθια βγαίνουν και καρποί τόσ' άρματα σε κλειούνε»,
«Κι η φύσις ηύρε την καλή και τη γλυκιά της
ώρα»).
3.Η άνιση μάχη, όπως δίνεται με την αντιπαράθεση
του ελληνικού και του εχθρικού σαλπίσματος
απ. 3, Σχεδ. Β') αλλά και όπως δηλώνεται με
φράσεις:
«Πέλαγο μέγα βράζ, ο εχθρός προς το φτωχό
καλύβι».
4. Το θέμα της νίκης, που γίνεται στην ουσία
κατανίκηση του φόβου του θανάτου, εμφανίζεται και στα τρία Σχεδιάσματα:
Απόσπασμα
6, Σχεδίασμα Β', που προσημαίνουν την έξοδο:
«Δρόμ' αστραφτά να σχίσω τους σ' εχθρούς καλά
θρεμμένους, / Σ' εχθρούς πολλούς, πολλ' άξιους, πολλά φαρμακωμένους / Να
μείνεις, χώμα πατρικό, για μισητό ποδάρι / Η μαύρη πέτρα σου χρυσή και το ξερό
χορτάρι», αλλά και τον πολύ χαρακτηριστικό στίχο γενναιοψυχίας: «Η δύναμή σου
πέλαγο κι η θέλησή μου βράχος».
5.Το θέμα της πατρίδας και της πίστης, που κατά τον ποιητή αποτελούν το
ουσιαστικότερο περιεχόμενο της ανθρώπινης φύσης και την κεντρική ιδέα του
ποιήματος (Στοχασμός 2), συνθέτουν βασικά μοτίβα, όπως αυτό της μητέρας.
Οι εικόνες στην ποίηση του Δ. Σολωμού
Η σύνθεση των «Ελεύθερων
Πολιορκημένων» είναι μεστή εικόνων, οπτικών και ακουστικών. Ξεχωρίζουν όχι μόνο
για την ακρίβεια της περιγραφής αλλά και για την ποιητική τους σκηνοθεσία.
Ειδικότερα, μπορούμε να επισημάνουμε:
α. Α' Σχεδίασμα,
η εικόνα του πρώτου αποσπάσματος.
Η περιγραφή είναι τόσο παραστατική, ώστε νομίζουμε ότι
αντικρίζουμε το ταλαίπωρο Μεσολόγγι. Στα αυτιά μας ηχούν οι βροντές και τα
αστροπελέκια του πολέμου αλλά και το τραγούδι της μούσας του ποιητή.
β. Β' Σχεδίασμα, απόσπασμα 1 και απόσπασμα 2
Στο πρώτο
απόσπασμα, εντύπωση
προκαλεί η ποιητική σκηνοθεσία: «Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει».
Στο δεύτερο απόσπασμα οι εικόνες της
φύσης συνιστούν μια εξαίσια λυρική περιγραφή.
Ακόμα όμως πιο παραστατικά παρουσιάζεται η ομορφιά της
φύσης στον Πειρασμό, όπου οι εικόνες διαδραματίζουν τον κυρίαρχο ρόλο στην
απόδοση του νοήματος. Η ωραιότητα της φύσης δίνεται τόσο παραστατικά και με
τόσες λεπτομέρειες, που ο αναγνώστης εύκολα καταλαβαίνει γιατί « Όποιος πεθάνει
σήμερα χίλιες φορές πεθαίνει».
Στο τρίτο απόσπασμα, η ακουστική εικόνα της σάλπιγγας του εχθρού
γ. Γ΄ Σχεδίασμα , απόσπασμα 1, η εικόνα της μητέρας-πατρίδας
απόσπασμα 4, η εικόνα της σημαίας
Αξίζει να επισημανθούν ακόμα), (Σχεδ. Γ', απ. 4). Κάποιες
εικόνες εισάγονται στην αφήγηση με ρήματα, όπως στο απ. 12, Σχεδ. Γ' με το «βλέπω»:
«Και βλέπω πέρα τα παιδιά και τες αντρογυναίκες / Γύρου
στη φλόγα π' άναψαν, και θλιβερά τη θρέψαν / Μ' αγαπημένα πράματα και με σεμνά
κρεβάτια»),
Η εικόνα της φεγγαροντυμένης, που δίνεται μέσα από τα
μάτια του αλαφρόΐσκιωτου, εισάγεται με την προτροπή:
«Αλαφρόΐσκιωτε καλέ, για πες απόψε τι 'δες».
Τα κοινά θέματα στα τρία Σχεδιάσματα
α. ο
θέμα της ομορφιάς της φύσης προβάλλεται και στα τρία Σχεδιάσματα
(7Α\ 2Β', 6Γ'), δίνεται όμως με λεπτομέρειες στο Β' και στο Γ'
Σχεδίασμα.
β. το θέμα της γυναικείας μορφής εμφανίζεται:
στο Σχεδίασμα Α', απόσπασμα
1,
στο Σχεδ. Γ' απ. 1..
Η γυναίκα αυτή
ονομάζεται ρητά «Μητέρα» (εννοείται «μητέρα-πατρίδα») στο Γ' Σχεδίασμα. Ο
ίδιος όμως συμβολισμός μπορεί να αποδοθεί και στη «μεγάλη γυναίκα» του Α'
Σχεδιάσματος.
γ. το θέμα του άνισου αγώνα, των πολυδύναμων
και πολυάριθμων εχθρών του μικρού Μεσολογγίου είναι κοινό σε όλα τα Σχεδιάσματα
είναι.
δ.
το θέμα της πείνας και της εξάντλησης των αγωνιστών:
απ. 2. Σχεδ. Α'
στο απ. 1, Σχεδ. Β'.
ε. το θέμα της εχθρικής σάλπιγγας, που έχει ήδη εμφανιστεί στο 3Α',
επανεμφανίζεται σε μεγαλύτερη έκταση στο 3Β'.
στ. το θέμα της καύσης των αντικειμένων, προκειμένου να μην πέσουν στα χέρια των
εχθρών, αλλά και το μοτίβο της γενναίας εξόδου δεν πρωτοεμφανίζονται στο 12 και
13Γ'.
Ποιο στόχο προβάλλει ο ποιητής μέσα από τα παραπάνω θέματα.
Ο ποιητής μέσα από τα παραπάνω θέματα επιδιώκει
την ποιητική υλοποίηση της ΙΔΕΑ, την ενσάρκωση του ιδανικού της Πατρίδας και της
Πίστης. Οι ήρωες προσεγγίζουν το «υψηλό» όταν θυσιάζουν
τη ζωή τους στις επιταγές του χρέους, της πίστης και της πατρίδας (Στοχασμός 7). Το θέμα της πατρίδας εμφανίζεται και στα τρία Σχεδιάσματα.
Η μαυροφορεμένη μεγάλη γυναίκα
στο ΙΑ' συμβολίζει τη μητέρα-πατρίδα που
θρηνεί τα παιδιά της, τους πολεμιστές που έχασε.
Την εικόνα αυτή θα την ξαναβρούμε στο 12Β' και στο 1Γ',
όπου απεικονίζεται πλέον δοξασμένη.
Η εικόνα της σημαίας στο 4Γ'.
Ο στίχος: «Που μουρμουρίζει και μιλεί και το Σταυρόν
απλώνει» συνδέει το μοτίβο της σημαίας (σύμβολο της πατρίδας) με το θέμα της
πίστης («ο Σταυρός»).
Το θέμα της θρησκευτικότητας προβάλλεται:
στο 9Β'
στο στίχο: «Ολονυχτίς ανέβαινε η δέηση, το λιβάνι»
στο
2Γ': «Και με λιβάνια δέχεται και φώτα τον καημό τους / Ο
σταυροθόλωτος ναός και το φτωχό ξωκλήσι».
Οι Μεσολογγίτες,
αλλά και όλοι οι Έλληνες, λίγο πριν από την Έξοδο προσεύχονταν στο Θεό.
Την πίστη των πολιορκημένων στην Ιδέα απειλούν να
ταράξουν οι εξωτερικές δυνάμεις και οι πειρασμοί (πείνα, ομορφιά της φύσης,
μνήμες του ευτυχισμένου παρελθόντος, αναρίθμητοι εχθροί, κλάματα των
γυναικών). Οι ήρωες όμως παραμένουν αξιοπρεπείς και έτσι, αν και πολιορκούνται
από παντού, αποδεικνύονται ελεύθεροι.
Το θέμα της αξιοπρέπειας θίγεται σε στίχους:
«Στέκει ο Σουλιώτης
ο καλός παράμερα και κλαίει».
Κλαίει από αξιοπρέπεια, γιατί συναισθάνεται το βαρύ χρέος
του, αλλά η πείνα τον έχει αποδυναμώσει. «Στέκει παράμερα», προκειμένου να μην
τον δουν οι άλλοι και καταβληθούν ψυχικά. Η αξιοπρέπεια αυτή κατανικά κάθε
πειρασμό, κάθε εσωτερική και υλική ανάγκη. Έτσι, οι πολιορκημένοι κατανικούν το
φόβο του θανάτου (44Β': «Φως που πατεί χαρούμενο τον Αδη και το χάρο»).
Εικόνες που αισθητοποιούν τα
παραπάνω θέματα.
Το πολεμικό τοπίο
(ΙΑ', 4Β' και 2Γ') αντιτίθεται στην ηρεμία της ομορφιάς της φύσης (7A', 2Β' και 6Γ'), συμβολίζοντας την ψυχική
σύγκρουση των πολιορκημένων.
Οι πειρασμοί προσπαθούν να
νικήσουν την Ιδέα. Εντούτοις, ο εσωτερικός μονόλογος του πολέμαρχου (6Β') και ο
διάλογος των γυναικών (7Β') δείχνουν την προσήλωση των πολιορκημένων σε αυτή
(πατρίδα, πίστη).
Τέλος, η εικόνα της
καύσης των αγαπημένων πραγμάτων και της θρησκευτικής δέησης που ακολουθεί
(10Β') προβάλλει την απόφασή τους να πεθάνουν για την Ιδέα, την πατρίδα και την
πίστη τους
Ο Σολωμός μέσα στους « Ἑλεύθερους
Πολιορκημένους» αντιπαραθέτει το
μεγαλείο των μικρών στη μικρότητα των μεγάλων, όπως αυτό ιδιαίτερα αναδεικνύεται
με τη σταδιακή κατανίκηση των πειρασμών.
Η αντιπαράθεση αυτή είναι εμφανής σε όλο το ποίημα.
Σχεδίασμα. Α':
«Τα
μάτια μου δεν είδαν τόπον ενδοξότερον από τούτο το αλωνάκι». Ο συγκριτικός βαθμός του επιθέτου «ένδοξος» αισθητοποιεί την εν λόγω
αντιπαράθεση και δημιουργεί αντίθεση με το υποκοριστικό «αλωνάκι». Φυσικά, το
αλωνάκι είναι το Μεσολόγγι αλλά και κάθε ανίσχυρο κράτος απέναντι σε ισχυρές
δυνάμεις.
Σχεδίασμα.Β΄,
απόσπασμα 3, η ηχητική σύγκριση της
σάλπιγγας τω Μεσολογγιτών με αυτή των εχθρών
απόσπασμα 5, «Πέλαγο
μέγα βράζ, ο εχθρός προς το φτωχό καλύβι»
απόσπασμα 51, «Η δύναμή σου πέλαγο κι η θέλησή μου βράχος»
Σχεδίασμα Γ΄,
απόσπασμα 2, «Αραπιάς άτι, Γάλλου νους, βόλι Τουρκιάς, τόπ'
Αγγλου! / Πέλαγο μέγ', αλίμονον! Βαρεί το καλυβάκι»
Σχεδίασμα
Β'
Γενικά Το δεύτερο Σχεδίασμα, το οποίο απασχόλησε
τον ποιητή για δώδεκα ολόκληρα χρόνια (1833-1844), αποτελείται από εξήντα
ένα αποσπάσματα γραμμένα* σε ιαμβικούς δεκαπεντασύλλαβους στίχους με ζευγαρωτή
ομοιοκαταληξία. Είναι το εκτενέστερο και αποκαλυπτικότερο για τους στόχους του
ποιητή, και ιδιαίτερα για την πρόθεση του να συνδυάσει το λυρικό με το
δραματικό και το αφηγηματικό στοιχείο («είδος μειχτό, αλλά νόμιμο»).
Απόσπασμα 1
Θέμα του πρώτου
αποσπάσματος, όπως και στο Α2, είναι η πείνα και οι επιπτώσεις της στους
υπερασπιστές του Μεσολογγίου.
Απαρτίζεται από
εισαγωγή (στ. 1) και δύο ενότητες (στ. 2-3 και 4-6).
Ο πρώτος στίχος παρέχει μια συνολική εικόνα της κατάστασης στην
ευρύτερη περιοχή της πολιορκημένης πόλης, με εκπληκτική νοηματική πυκνότητα
και εκφραστική λιτότητα. Η απόλυτη σιωπή που κυριαρχεί στον κάμπο
αισθητοποιείται με λέξεις ιδιαίτερα υποβλητικές: «Άκρα», «του τάφου», «βασιλεύει». Μία μάλιστα από αυτές («του τάφου») υποδηλώνει τη μόνιμη παρουσία
του θανάτου και προσημαίνει την κατάληξη της ηρωικής αντίστασης των Ελλήνων.
Την υποβλητικότητα της εικόνας επιτείνουν το υπερβατό «Άκρα του τάφου σιωπή» και η προσωποποίηση (και μεταφορά) «βασιλεύει».
Ο δεύτερος στίχος αντιτίθεται στον πρώτο μεταβαίνοντας από το
γενικό («κάμπο») στο ειδικό («πουλί») και από τη «σιωπή» στο κελάηδημα του
πουλιού («λαλεί»). Αλλά και τα ημιστίχια του στίχου 2 συνδέονται αντιθετικά:
το πουλί «λαλεί» και ενεργεί («παίρνει σπυρί»), ενώ η μάνα περιορίζεται να παρακολουθεί
παθητικά («ζηλεύει»).
Ακολουθεί, στον τρίτο στίχο, το θέμα του βλέμματος, των ματιών, αυτού
του τόσο σημαντικού μέσου επικοινωνίας ανάμεσα στους ανθρώπους. Τα μάτια είναι
το πιο πολύτιμο πράγμα, αφού σε αυτά ορκίζεται η μάνα. Τα μάτια αυτά έχουν
μαυρίσει από την πείνα. Η συγκλονιστική εικόνα των μαυρισμένων ματιών
υποβάλλεται με την επανάληψη «τα μάτια... στα μάτια» και την παρήχηση του μ,
που δίνουν στο στίχο ρυθμό.
Στη δεύτερη ενότητα (στ. 4-6) περιγράφεται η στάση του Σουλιώτη, ο
οποίος αντικαθιστά τον άντρα του Α2. Η εικόνα του εξαντλημένου σκληροτράχηλου
πολεμιστή, που κλαίει επειδή δεν μπορεί πια να αγωνιστεί όπως θα ήθελε,
αισθητοποιεί με εντυπωσιακό τρόπο το μέγεθος της δοκιμασίας που αντιπροσωπεύει
η πείνα για τους πολιορκημένους. Η προσωποποίηση του τουφεκιού, οι μεταφορές
«Έρμο», «σκοτεινό» (τουφέκι), η συνεκδοχή («Aγαρηνός». αντί («Αγαρηνοί») και ο
«διάλογος» του πολεμιστή με το τουφέκι του αναδεικνύουν την απελπισία και την
ντροπή των μαχητών του Μεσολογγίου. Τέλος, ο προσδιορισμός «καλός» δηλώνει
γενικά τις αρετές ενός ατόμου, ενώ παράλληλα συνιστά επίδραση από το δημοτικό
τραγούδι.
Όπως στο Α2, έτσι
και εδώ, ο ποιητής εφαρμόζει τους Στοχασμούς 7 («Η ηθική ανωτερότητα των πολιορκημένων
θα φανεί από την ικανότητά τους να υπερβούν τις σωματικές δοκιμασίες» σε σχέση
με το θέμα της πείνας) και 8 («Πρέπει ο ποιητής να λάβει υπόψη του τις
ιδιαιτερότητες των αντρών και των γυναικών ως προς την αντοχή και τις
δοκιμασίες», σε σχέση με την παράλληλη παρουσίαση της συμπεριφοράς των δύο
φύλων).
Απόσπασμα 2
Θέμα. Το θέμα της ανοιξιάτικης φύσης διαδέχεται εκείνο της πείνας σε εφαρμογή του
πέμπτου Στοχασμού («Οι πειρασμοί που
αντιμετωπίζουν —και νικούν— οι πολιορκημένοι θα πρέπει να παρουσιάζονται
κλιμακωτά, να είναι έντονοι και ποικίλοι»). Οι Μεσολογγίτες, αν και έχουν
αποφασίσει να πεθάνουν για την ελευθερία, παρακολουθώντας την αναγέννηση της
φύσης αισθάνονται πιο έντονη την ανάγκη να ζήσουν και ξεχνούν προσωρινά το
χρέος τους.
Στον πρώτο στίχο η ατμόσφαιρα είναι χαρούμενη, γιορτινή: η οπτικοακουστική
εικόνα των προσωποποιημένων Απρίλη και Έρωτα επιτείνει το πανηγύρι της φύσης
που ξαναγεννιέται την άνοιξη.
Στο
δεύτερο στίχο όμως, με την
αντίθεση «άνθια... καρποί - άρματα»
και το παραστατικό β' ενικό ρηματικό πρόσωπο «σε κλειούνε» (με το οποίο ο ποιητής απευθύνεται στην «ανθρώπινη
φύση» των Μεσολογγιτών), η εντύπωση αναιρείται η φυσική διαδικασία
χρησιμοποιείται για να αισθητοποιηθεί το μέγεθος της εχθρικής δύναμης: τα όπλα
του αντιπάλου είναι αμέτρητα, όπως τα άνθη και οι καρποί των δέντρων (υπερβολή).
Οι στίχοι 3-11 εξειδικεύουν το ξύπνημα της φύσης με μια σειρά από έξοχες λυρικές εικόνες
που παρουσιάζονται με φθίνουσα κλιμάκωση:
από τις μεγαλύτερες στις μικρότερες και από τις πλουσιότερες στις πιο λιτές.
Ανάλογα κλιμακώνονται και ως προς το περιεχόμενο: πρόβατα (θηλαστικό) >
πεταλούδα (έντομο) > σκουλήκι (ασπόνδυλο) > πέτρα (ανόργανη ύλη) >
ξερό χορτάρι (νεκρή ύλη).
Η πρώτη εικόνα (στ. 3-5), που είναι
οπτική, ακουστική και κινητική, καλύπτει γη, θάλασσα και ουρανό και
περιγράφει την κίνηση ενός κοπαδιού με πρόβατα σ' ένα λόφο και το
αντικαθρέφτισμά του στη θάλασσα και τον ουρανό. Την εντυπωσιακή εικόνα
αναδεικνύουν ακόμη περισσότερο τα χρώματα, το
σχήμα υπαλλαγής «Λευκό βουνάκι πρόβατα κινούμενο βελάζει» και οι μεταφορές «βουνάκι» και
«ξαναπετιέται».
Ακολουθεί η εικόνα της πεταλούδας, που περιορίζεται στα νερά μιας λίμνης
και στον αέρα, αλλά είναι κι αυτή πολύχρωμη και σύνθετη εικόνα, καθώς έχει
οπτική, κινητική και οσφρητική διάσταση.
Η τρίτη εικόνα
(στ. 9) καλύπτει μόνο ένα στίχο, είναι ακόμη πιο περιορισμένη (έχει ως «σκηνικό» το έδαφος) και υποδηλώνει,
με το υποκοριστικό «σκουληκάκι», την αγάπη που νιώθει ο ποιητής και για τις πιο
ασήμαντες μορφές ζωής.
Ο
δέκατος στίχος παρουσιάζει με δύο παραστατικές μεταφορές («Μάγεμα»,
«όνειρο»), το αποτέλεσμα της επίδρασης των προηγούμενων εικόνων της φύσης: η
ανείπωτη ομορφιά της οδηγεί τη φαντασία πέρα από τα όρια της πραγματικότητας,
στο χώρο του ονείρου.
Έτσι, στο πανηγύρι της ζωής δε συμμετέχουν μόνο τα ζωντανά πλάσματα.
Η
μαγεία της φύσης μεταμορφώνει ακόμη
και την άψυχη πέτρα («Η μαύρη πέτρα ολόχρυση») και το νεκρό
«χορτάρι» (στ. 11).
Στους στίχους 12-13 η προσωποποιημένη φύση
«κραίνει», με όπλο την
ομορφιά που ξεπηδά από παντού («Με χίλιες βρύσες»), και προσπαθεί με
όλη της τη δύναμη («με χίλιες γλώσσες») να αποδείξει στον άνθρωπο πως
τούτη τη στιγμή του θριάμβου της ζωής ο θάνατος ισοδυναμεί με χίλιους θανάτους
(«χίλιες φορές πεθαίνει»).
Επομένως, η φύση υποβάλλει τους πολιορκημένους σε
μια σκληρή δοκιμασία θέτοντας ένα ηθικό δίλημμα:
να παραδοθούν
και να σώσουν τη ζωή τους ή να επιτελέσουν το χρέος τους με τίμημα το θάνατο;
Ο ποιητής μάλιστα,
για να υπογραμμίσει τη σημασία του διλήμματος, συσσωρεύει εκφραστικά μέσα: προσωποποίηση: «Με χίλιες βρύσες
χύνεται, με χίλιες γλώσσες κραίνει» στο στίχο 12,
υπερβολή και επανάληψη: «Όποιος πεθάνει σήμερα χίλιες φορές πεθαίνει» στο
στίχο 13.
η αντίθεση ανάμεσα στους δύο στίχους (ζωή, στ. 12 -
θάνατος, στ. 13).
Ο στίχος 14 αισθητοποιεί το αποτέλεσμα των δύο
προηγούμενων στίχων: οι
αγωνιστές του Μεσολογγίου, επηρεασμένοι από το κάλεσμα της φύσης —και της
ζωής—, αρχίζουν να ξεχνούν το χρέος τους. Η προσωποποιημένη ψυχή («Τρέμει»,
«ξαστοχά») είναι υποχρεωμένη να αντιμετωπίσει έναν ακόμη αντίπαλο, το ένστικτο
της ζωής, που μέσα στην άνοιξη γίνεται ακόμη πιο ισχυρό.
Συγκρίνοντας το απόσπασμα αυτό με το απ. 2 του Α'
Σχεδιάσματος να βρείτε τις διαφορές:
α) Ως προς τη σκηνοθεσία ποιο νέο στοιχείο προστίθεται και τι αποτέλεσμα έχει
η προσθήκη του; Ποιο αφαιρείται;
β) Ως προς τη στιχουργία (είδος στίχου και μέτρο) μπορείτε να εξηγήσετε πώς
υπηρετεί το ποίημα η νέα μορφή;
Πριν απαντήσετε, να λάβετε υπόψη σας ότι το Α'
Σχεδίασμα χαρακτηρίζεται από τον Πολυλά «είδος προφητικού θρήνου», ενώ το Β'
Σχεδίασμα είναι περισσότερο αφηγηματικό.
α) Ως προς τη σκηνοθεσία, προστίθεται το σκηνικό μέσα στο οποίο
παρουσιάζονται ο Σουλιώτης, η μάνα και ο σιωπηλός κάμπος, με αποτέλεσμα να
υποβάλλεται ακόμη πιο παραστατικά ο θάνατος, που επιτείνει το τραγικό στοιχείο.
Αφαιρούνται οι στίχοι «Της μάνας ω λαύρα!... ίσκιους ονείρου», δηλαδή η άμεση
αναφορά στην κατάσταση των παιδιών, με σκοπό να γίνει ο λόγος πιο ελλειπτικός
και η περιγραφή πιο συγκλονιστική.
β) Το Σχεδίασμα Β' γράφτηκε σε ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο με ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία,
ενώ το Α' σε οχτάστιχες στροφές που αποτελούνται από εξασύλλαβους και
πεντασύλλαβους στίχους και ομοιοκαταληξία πλεχτή. Ο ποιητής στο Σχεδίασμα Α'
επέλεξε ένα στιχουργικό σύστημα σύντομο, ώστε να εναρμονίζεται με το λυρικό
χαρακτήρα του έργου, ενώ στο Σχεδίασμα Β' προτίμησε ένα πιο εκτεταμένο ώστε να
εξυπηρετεί την πρόθεση του να αφηγηθεί τα κατορθώματα των «Ελεύθερων
Πολιορκημένων».
Ο Πειρασμός
Ο «Πειρασμός», το πιο άρτιο από τεχνική άποψη ποίημα του Σολωμού
και μοναδικό δείγμα εμπνευσμένου λυρισμού, έχει το ίδιο θέμα με το Β2. Την
ομορφιά, δηλαδή, της ανοιξιάτικης φύσης, η οποία προκαλεί τους Μεσολογγίτες να
επιλέξουν τις χαρές της ζωής εγκαταλείποντας το χρέος τους. Πρέπει όμως να
τονιστεί ότι στο παρόν απόσπασμα ο κίνδυνος που καιροφυλακτεί πίσω από τη
μαγεία της φύσης δεν είναι τόσο φανερός. Βέβαια, ανάμεσα στα δύο αποσπάσματα
υπάρχουν και άλλες διαφορές. Από το Γ6 λείπουν οι εικόνες του κοπαδιού των
προβάτων, του σκουληκιού και του εδάφους (πέτρα - χορτάρι, Β2, στ. 11).
Διατηρείται όμως η εικόνα της γαλάζιας πεταλούδας και περιλαμβάνονται νέες: των
τρεχούμενων νερών, του αλαφροΐσκιωτου και της «κορασιάς».
Η εισαγωγή (στ. 1-2) περιλαμβάνει το θέμα του έρωτα και της
ανοιξιάτικης φύσης, όπως και στο Β2. Η ατμόσφαιρα που κυριαρχεί είναι
αισθησιακή, πράγμα που επιτείνει η μεταφορά «τη γλυκιά της ώρα» με τις ερωτικές
της προεκτάσεις.
Στους στίχους
3-4 της πρώτης ενότητας (στ. 1-10) πρωταγωνιστούν
η οργιώδης βλάστηση («σκιά» = δάσος, «μόσχους» = μυρωδιές δέντρων και φυτών)
και τα πουλιά που κελαηδούν με τρόπο πρωτόγνωρο («Ανάκουστος κιλαϊδισμός») υπογραμμίζοντας
το ερωτικό κλίμα («λιποθυμισμένος», μεταφορά).
Ακολουθεί το μοτίβο
των νερών (στ. 5-10), που
ζωντανεύουν ολόκληρη την πλάση. Το θέμα αυτό αναπτύσσεται διεξοδικά σε 6
στίχους κι έχει στόχο να αναδείξει το ρόλο του νερού στη διατήρηση της ζωής.
Στα πλαίσια αυτής της προσπάθειας χρησιμοποιούνται η κλιμάκωση («Χύνονται»,
«Τρέχουν», «αναβρύζει») και η μεταφορά («γλυκά», «χαριτωμένα»).
Στους στίχους 6-10 ο ποιητής παρακολουθεί,
φιλοτεχνώντας μοναδικές λυρικές εικόνες (οπτικές και κινητικές), την πορεία
του υγρού στοιχείου κατά τη διάρκεια της μέρας —που αποδίδεται με μεταφορές: «τα πλούτια της πηγής» (στ.
8), «αναβρύζει η ζωή» (στ. 10), επανάληψη:
«Τρέχουν... τρέχουν» (στ. 9), συνεκδοχή:
«κύμα» αντί θάλασσα, (στ. 10) και παρομοίωση: «σαν αηδόνια», (στ. 9)— στα
μυστηριώδη και σκοτεινά βάθη της γης (στ. 6), αλλά και στην επιφάνεια της «στον
ήλιο» (στ. 8). Η πορεία αυτή του νερού παρουσιάζεται με μια αντίθεση: «άβυσσος»
— «ήλιος». Παρατηρούμε ότι η δραστηριότητα των προσωποποιημένων νερών
εξασφαλίζει τη διατήρηση της ζωής σε γη, ουρανό και θάλασσα («'Εξ' αναβρύζει κι
η ζωή σ' γη, σ' ουρανό, σε κύμα», στ. 10). Συγχωνεύει, με άλλα λόγια, ο στίχος
10 σ' ένα αδιαίρετο όλο «επιφάνεια και βάθος» πραγματώνοντας την πρόθεση του
ποιητή (βλ. σχολ. βιβλίο: Εισαγωγικό σημείωμα στο Β2) και συνοψίζει το
περιεχόμενο των προηγούμενων εννιά στίχων.
Στη δεύτερη ενότητα (στ. 11-21) τη ζωηρή κίνηση των ρυακιών και των
ποταμών («ξύνονται», «Τρέχουν», «τρέχουν», «αναβρύζει») διαδέχεται η απόκοσμη
ακινησία της λίμνης («ακίνητο», «Ακίνητ'», «Χωρίς ποσώς... να πνένε»,
«ατάραχο») και τη μέρα η νύχτα (αντίθεση). Προηγείται η εικόνα της πεταλούδας
που, όπως και στο Β2, παίζει με τον ίσκιο της πάνω στο νερό της λίμνης. Η
ακινησία και η λευκότητα του νερού προβάλλονται ιδιαίτερα με το σχήμα της αναδίπλωσης
(«ακίνητο» / «Ακίνητ' όπου κι αν ιδείς», «άσπρο» / «κάτασπρ' ως τον πάτο», στ.
11-12), για να δημιουργηθεί μια μυστηριώδης ατμόσφαιρα, γεμάτη μαγεία, και να
προετοιμαστεί η εμφάνιση της φεγγαροντυμένης (στ. 21).
Στην τελευταία
εικόνα (στ. 15-21) ο ποιητής
απευθύνεται στον «αλαφροΐσκιωτο» και του ζητά να του διηγηθεί εκείνος τι είδε
εκείνη την ανοιξιάτικη νύχτα. Σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση, αλαφροΐσκιωτος
είναι αυτός που έχει την ικανότητα να αντιλαμβάνεται όσα δεν μπορούν να δουν οι
υπόλοιποι άνθρωποι και να επικοινωνεί με αόρατα θεϊκά όντα. Την ικανότητα αυτή
για το Σολωμό (βλ. και ΓΙ) έχουν και οι ποιητές. Επομένως, εδώ ο αφηγητής
επιστρατεύει την ποιητική του ιδιότητα, απευθυνόμενος στον εαυτό του σε β'
ενικό πρόσωπο, επειδή μόνο με τη βοήθεια της μπορεί να συλλάβει το «θαύμα» και
τα μυστήρια της νύχτας («Νύχτα γιομάτη θαύματα, νύχτα σπαρμένη μάγια!», στ.
16).
Χάρη στις ιδιότητες
του αλαφροΐσκιωτου ο ποιητής «βλέπει» την υπερφυσική εικόνα της
φεγγαροντυμένης. Η όμορφη κορασιά εμφανίζεται ενώ επικρατεί απόλυτη ησυχία.
Ολόκληρος ο κόσμος («Χωρίς ποσώς γης, ουρανός και θάλασσα να πνένε», στ. 17)
έχει ακινητοποιηθεί. Μόνο το φεγγάρι δραστηριοποιείται μυστηριωδώς («ανακατώθηκε»,
στ. 20), καθώς η υπερκόσμια μορφή μιας νεαρής κοπέλας αναδύεται μέσα από τα
νερά της λίμνης (στ. 21).
Η περιγραφή της
φεγγαροντυμένης προέρχεται από τον «Κρητικό» (20, 7-12) με μερικές μικρές
αλλαγές και δεν πρέπει να συγχέεται με τη Μεγάλη Μητέρα (βλ. Β12 και ΓΙ).
Πρόκειται για ένα «υπερφυσικό ανάλογο του ανθρώπινου έρωτα, που πάλι μοιάζει
να βγαίνει μέσα από το φυσικό κόσμο» (Π. Μάκριτζ). Άλλοι, πάλι, πιστεύουν πως
κατάγεται από την αναδυόμενη Αφροδίτη ή τις νεράιδες της λαϊκής παράδοσης. Όμως
όλα δείχνουν ότι η μαγευτική οπτασία είναι η αισθητοποίηση και η συμπύκνωση
της ομορφιάς της νυχτερινής φύσης και έμμεσα του έρωτα. Στην επιτυχία της
προσπάθειας του ποιητή συμβάλλουν και τα εκφραστικά μέσα: οι μεταφορές («νύχτα
σπαρμένη μάγια», στ. 16, «κορασιά ντυμένη με το φως του», στ. 21), η συνεκδοχή
(«χωρίς... να πνένε», στ. 17) και η παρομοίωση («όσο κάν' η μέλισσα», στ. 18).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου