Η οικουμενικότητα του ποιητή
Του ΕΡΑΤΟΣΘΕΝΗ ΚΑΨΩΜΕΝΟΥ
Τα πενήντα
χρόνια από τον θάνατο του Σικελιανού είναι μια μεγάλη πολιτισμική μας
επέτειος. Όχι μόνο γιατί το σικελιανικό δελφικό όραμα της παγκόσμιας
αδελφοσύνης και της υπέρβασης των εθνικισμών αποκτά σήμερα, εποχή της
παγκοσμιοποίησης, μια νέα επικαιρότητα, ούτε μόνο γιατί ο Σικελιανός,
«ο άρχοντας της λαλιάς μας», όπως τον αποκάλεσε ο Σεφέρης, οδήγησε τον
ελληνικό ποιητικό λόγο σε ορισμένες από τις υψηλότερες κατακτήσεις του,
αλλά και για το μέγεθος της οφειλής στον Σικελιανό των ποιητών της
μεγάλης γενιάς του '30. Η ποιότητα του οράματος του Σικελιανού και το
ύψος της τέχνης του συνθέτουν ένα έργο που με αφορμή την εφετινή
επέτειο αξίζει να το μελετήσουμε προσεκτικότερα.
Πώς αποτιμάται σήμερα ο ποιητής Άγγελος Σικελιανός,
μισόν αιώνα μετά το θάνατό του;
Όσοι μελετούμε ακόμα το έργο του
υποστηρίζομε ότι ο Σικελιανός αντιπροσωπεύει ένα από τα μεγαλύτερα
πνευματικά κεφάλαια του νέου ελληνισμού. Πώς γίνεται ωστόσο, «ο
άρχοντας της λαλιάς μας», όπως τον αποκάλεσε ο Σεφέρης, να μην έχει τη
θέση που του ανήκει στη νεοελληνική σκέψη, στη νεοελληνική παιδεία, στα
ενδιαφέροντα του μέσου αναγνώστη; Φταίνε οι νοσηρότητες της ελληνικής
πνευματικής αγοράς; φταίει το γεγονός ότι ο στοχασμός και ο λόγος του
ποιητή προπορεύονταν σε μεγάλη απόσταση από την εποχή του και από τις
αντιληπτικές δυνατότητες της συγκαιρινής του κριτικής; Ένα είναι
βέβαιο. Μέσα στις ιστορικές συγκυρίες που ορίζουν την αρχή της νέας
χιλιετίας, το πνευματικό έργο και η δράση του Σικελιανού αποχτούν μια
νέα επικαιρότητα, που συναρτάται με ζωτικά προβλήματα και αιτήματα της
εποχής μας.
Η σημερινή επικαιρότητα του Σικελιανού συνοψίζεται σε τρία σημεία:
A. Ο Άγγελος Σικελιανός είναι ο πρώτος Έλληνας
στοχαστής που σε μια περίοδο που η ιδέα της εθνότητας ήταν ιδεολογικά
ατράνταχτη, αντιμετώπισε θεωρητικά την προοπτική μιας παγκόσμιας
κοινωνίας, με στόχο βέβαια την απελευθέρωση και όχι την υποδούλωση των
λαών· και γι' αυτό βασισμένης όχι στους στρατιωτικούς συνασπισμούς αλλά
στους πολιτισμικούς θεσμούς.
B. Πριν ακόμα υπάρξει υποψία διαταραχής στην
οικολογική ισορροπία του πλανήτη, ο Σικελιανός επεσήμαινε, σε όλους
τους τόνους, τις ολέθριες συνέπειες από τη μονομερή ανάπτυξη του
βιομηχανικού και τεχνικού πολιτισμού και διακήρυττε την αναγκαιότητα
ενός πολιτισμού εναρμονισμένου με τη φύση και τις ζωικές αξίες.
Γ. Τη στιγμή που ο δυτικός ρασιοναλισμός θριάμβευε
μέσω της διάδοσης και επικράτησης των υλιστικών του προεκτάσεων, ο
Σικελιανός μιλούσε για το «αναπαλλοτρίωτο θρησκευτικό κεφάλαιο του
ανθρώπου» και για τη σκοπιμότητα μιας σύνθεσης μυστικισμού και
ορθολογισμού, που να διασώζει την ψυχοσωματική ενότητα της ανθρώπινης
ύπαρξης.
Οι θέσεις αυτές του Σικελιανού απορρέουν από μια συνολική κοσμοθεώρηση, που διατυπώνεται τόσο ποιητικά (μυθολογία) όσο και θεωρητικά (φιλοσοφική ερμηνεία) και περιλαμβάνει τον άνθρωπο, τη φύση και το σύμπαν σ' ένα ενιαίο σύστημα.
Οι θέσεις αυτές του Σικελιανού απορρέουν από μια συνολική κοσμοθεώρηση, που διατυπώνεται τόσο ποιητικά (μυθολογία) όσο και θεωρητικά (φιλοσοφική ερμηνεία) και περιλαμβάνει τον άνθρωπο, τη φύση και το σύμπαν σ' ένα ενιαίο σύστημα.
Ποιητική αισθαντικότητα
Ο ποιητής απορρίπτει τον τεχνητό διαχωρισμό σε θρησκευτική, θεωρητική και αισθητική λειτουργία και αποκαθιστά την ιδέα του γνήσιου δημιουργού «στην Κοσμική του περιωπή και αποστολή», που ορίζεται από την τρισυπόστατη ενότητα του Ποιητή - Φιλοσόφου - Προφήτη, οδηγού και παιδαγωγού των λαών και υπεύθυνου απέναντι σ' ολόκληρο το Σύμπαν. Με μια τέτοια προοπτική, η ποιητική δημιουργία δεν αποτελεί μια περιθωριακή ενασχόληση του ποιητή αλλά τον τρόπο να υπάρχει και να μετέχει στη δημιουργική ανέλιξη του Κόσμου. Όπως δείχνει ο σύνθετος όρος «Λυρικός Βίος», ο Σικελιανός ταυτίζει τη ζωή του με το έργο του, την Ποίηση με την Πράξη. Θεωρεί την «ποιητική αισθαντικότητα», το λυρισμό ως τη γνήσια μέθοδο «για την κεντρική κατάκτηση μιας ενιαίας και μείζονος συνείδησης της Ζωής». Τη «μέθοδο» αυτή ο Σικελιανός την προτείνει ως το μόνο αυθεντικό όργανο για τη διερεύνηση του Κοσμικού προβλήματος· και την αντιδιαστέλλει προς τη ρασιοναλιστική προσέγγιση, που τη θεωρεί μηχανιστική και αποσυνθετική. Μάλιστα στη «φοβερήν ασθένεια της Λογοκρατίας» αποδίδει τη «σημερινή ηθική και ιστορική εξάρθρωση της Δύσης».
Συγκεκριμένα, θεωρεί ότι από τη στιγμή που δόθηκε μονομερώς η προτεραιότητα στη νοητική λειτουργία εις βάρος όλων των άλλων ψυχικών λειτουργιών του ανθρώπου, ο δυτικός πολιτισμός λοξοδρομεί σ' ένα κατήφορο ολέθριας παρακμής, που τον σέρνει ολοένα και πιο μακριά από το γνήσιο λυτρωτικό του προορισμό. Η ουσία της παρέκκλισης εντοπίζεται στη διάλυση της αρχέγονης ενότητας ανθρώπου-Κόσμου, την ολέθρια αποξένωση από τη φύση, τον κατακερματισμό και την απώλεια της συνθετικής Κοσμικής συνείδησης που σε άλλες εποχές εξασφάλιζε την αρμονική συμβίωση του ανθρώπου με όλα τα όντα. Οι «τρομαχτικές ιστορικές κοινωνικοπνευματικές συνέπειες» αυτής της παρέκκλισης είναι «Καπιταλισμός, Ρομαντισμός, Μηχανικός Πολιτισμός», που υποκαθιστούν το φυσικό με το τεχνητό, καθιερώνουν δηλαδή μια ριζική αντίθεση ανάμεσα στον ανθρώπινο πολιτισμό και τη φύση, επιβάλλοντας μια κατεύθυνση που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην ολοκληρωτική καταστροφή της Ζωής.
Ο ποιητής απορρίπτει τον τεχνητό διαχωρισμό σε θρησκευτική, θεωρητική και αισθητική λειτουργία και αποκαθιστά την ιδέα του γνήσιου δημιουργού «στην Κοσμική του περιωπή και αποστολή», που ορίζεται από την τρισυπόστατη ενότητα του Ποιητή - Φιλοσόφου - Προφήτη, οδηγού και παιδαγωγού των λαών και υπεύθυνου απέναντι σ' ολόκληρο το Σύμπαν. Με μια τέτοια προοπτική, η ποιητική δημιουργία δεν αποτελεί μια περιθωριακή ενασχόληση του ποιητή αλλά τον τρόπο να υπάρχει και να μετέχει στη δημιουργική ανέλιξη του Κόσμου. Όπως δείχνει ο σύνθετος όρος «Λυρικός Βίος», ο Σικελιανός ταυτίζει τη ζωή του με το έργο του, την Ποίηση με την Πράξη. Θεωρεί την «ποιητική αισθαντικότητα», το λυρισμό ως τη γνήσια μέθοδο «για την κεντρική κατάκτηση μιας ενιαίας και μείζονος συνείδησης της Ζωής». Τη «μέθοδο» αυτή ο Σικελιανός την προτείνει ως το μόνο αυθεντικό όργανο για τη διερεύνηση του Κοσμικού προβλήματος· και την αντιδιαστέλλει προς τη ρασιοναλιστική προσέγγιση, που τη θεωρεί μηχανιστική και αποσυνθετική. Μάλιστα στη «φοβερήν ασθένεια της Λογοκρατίας» αποδίδει τη «σημερινή ηθική και ιστορική εξάρθρωση της Δύσης».
Συγκεκριμένα, θεωρεί ότι από τη στιγμή που δόθηκε μονομερώς η προτεραιότητα στη νοητική λειτουργία εις βάρος όλων των άλλων ψυχικών λειτουργιών του ανθρώπου, ο δυτικός πολιτισμός λοξοδρομεί σ' ένα κατήφορο ολέθριας παρακμής, που τον σέρνει ολοένα και πιο μακριά από το γνήσιο λυτρωτικό του προορισμό. Η ουσία της παρέκκλισης εντοπίζεται στη διάλυση της αρχέγονης ενότητας ανθρώπου-Κόσμου, την ολέθρια αποξένωση από τη φύση, τον κατακερματισμό και την απώλεια της συνθετικής Κοσμικής συνείδησης που σε άλλες εποχές εξασφάλιζε την αρμονική συμβίωση του ανθρώπου με όλα τα όντα. Οι «τρομαχτικές ιστορικές κοινωνικοπνευματικές συνέπειες» αυτής της παρέκκλισης είναι «Καπιταλισμός, Ρομαντισμός, Μηχανικός Πολιτισμός», που υποκαθιστούν το φυσικό με το τεχνητό, καθιερώνουν δηλαδή μια ριζική αντίθεση ανάμεσα στον ανθρώπινο πολιτισμό και τη φύση, επιβάλλοντας μια κατεύθυνση που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην ολοκληρωτική καταστροφή της Ζωής.
Η εξυγίανση του ανθρώπου
Η κριτική αυτή του κυρίαρχου πολιτισμικού μοντέλου δεν οδηγεί διόλου το Σικελιανό στο μυστικισμό ή σε δυϊστικές μεταφυσικές λύσεις. Για τον ποιητή ο μονομερής προσανατολισμός είτε στο ρασιοναλισμό είτε στο μυστικισμό είναι συμπτώματα της ίδιας πολιτισμικής παρέκκλισης και καταλήγουν στα ίδια δυϊστικά μοντέλα, που συνεπάγονται τον εσωτερικό διχασμό του ανθρώπου και την υποτίμηση των ζωικών αξιών.
Η κριτική αυτή του κυρίαρχου πολιτισμικού μοντέλου δεν οδηγεί διόλου το Σικελιανό στο μυστικισμό ή σε δυϊστικές μεταφυσικές λύσεις. Για τον ποιητή ο μονομερής προσανατολισμός είτε στο ρασιοναλισμό είτε στο μυστικισμό είναι συμπτώματα της ίδιας πολιτισμικής παρέκκλισης και καταλήγουν στα ίδια δυϊστικά μοντέλα, που συνεπάγονται τον εσωτερικό διχασμό του ανθρώπου και την υποτίμηση των ζωικών αξιών.
Για το Σικελιανό η εξυγίανση του ανθρώπινου
πολιτισμού θα προκύψει ακριβώς από την υπέρβαση αυτού του δυϊσμού και
διχασμού. Και ο δρόμος για μια τέτοια υπέρβαση είναι η επανασύνδεση του
ανθρώπου με τη φύση και τον ενιαίο κοσμογονικό ρυθμό. Με οδηγό τον
ποιητή-προφήτη και όργανο την ποιητική αισθαντικότητα, η ανθρωπότητα
καλείται να καταχτήσει την «καθαρή βιολογική αλήθεια», να διερευνήσει
τα αιτήματα που εμπεριέχει και να προσαρμοστεί σ' αυτά, δηλαδή να τα
μετατρέψει σε ενεργό βίωμα και πράξη ζωής. Στην άποψη αυτή αναγνωρίζομε ένα χαρακτηριστικό
γνώρισμα της ελληνικής παράδοσης, που είναι η εναρμόνιση του πολιτισμού
προς τη φύση και η «ισοτιμία ηθικών και φυσικών αξιών».
Ο Σικελιανός ξεκινά από μια βιωματική σύλληψη της
σχέσης του ανθρώπου με τη φύση που πραγματώνεται μέσα από τη διονυσιακή
ταύτιση του έφηβου ποιητή με τον πάτριο φυσικό χώρο και τις αξίες του.
Το βίωμα αυτό τροφοδοτεί μια πλησμονή ζωικής ευδαιμονίας και
πληρότητας, που καθιστούν τη φύση ένα επίγειο παράδεισο ο οποίος
εξασφαλίζει σε όλα τα όντα την ολοκλήρωση την ύπαρξής τους. Αυτό το
πρότυπο εναρμόνισης του πολιτισμού προς τη φύση ο Ποιητής το
αναγνωρίζει πρώτα στις αξίες του ντόπιου αγροτικού πολιτισμού. Στη
συνέχεια επιχειρεί να το επιβεβαιώσει μέσα σε όλες τις εκφράσεις της
ελληνικής παράδοσης, προκειμένου να θεμελιώσει στα χαρακτηριστικά του
μια νέα κοσμολογία κι ένα νέο παγκόσμιο θρησκευτικό μύθο. Αυτόν τον
οικουμενικό μύθο θα προβάλει ως γνώμονα μιας ριζικής πολιτισμικής
ανανέωσης. Ο πυρήνας του συνοψίζεται στο αρχαίο μυθικό σχήμα:
φύση-άνθρωπος = μάνα-γιος, που εκφράζει την κοινή καταγωγή όλων των
όντων από την ίδια μήτρα και την προνομιακή θέση του ανθρώπου στο
κέντρο της Κοσμογονίας. Απ' αυτή την κοινή καταγωγή προκύπτει η
οικουμενική συνείδηση και ευθύνη του ανθρώπου. Την ιστορική θεμελίωση
αυτής της αλήθειας θ' αναζητήσει ο Σικελιανός στους αρχαίους
πολιτισμούς της μεσογειακής λεκάνης. Μέσα στις μυθικές τους παραδόσεις,
η μορφή της μεγάλης Θεάς-Μάνας, στις ποικίλες ταυτόσημες εκδοχές της,
αποτελεί, κατά το Σικελιανό, το συμβολικό αρχέτυπο της αρμονικής σχέσης
του ανθρώπου με τον Κόσμο. Στη θηλυκή, ερωτική της φύση θ' αναγνωρίσει
επιπλέον τη μυθικοθρησκευτική έκφραση της ιδέας ότι ο κοσμογονικός
ρυθμός που συνέχει και ενοποιεί τα πάντα, έμψυχα και άψυχα, είναι ο
Έρωτας ή το «Sexus», κατά τη θεωρητική του διατύπωση. Και η παρακμή του
σύγχρονου λογοκρατούμενου και τεχνοκρατικού πολιτισμού οφείλεται
ακριβώς στην απώλεια του οντολογικού και ουσιαστικά θρησκευτικού
περιεχομένου του Sexus, που είχε ως συνέπεια τον εκφυλισμό του, από
πυξίδα Κοσμικού προσανατολισμού, σε ψυχοπαθολογικό και κοινωνικό
πρόβλημα.
Η Δελφική ΄Ενωση
Ο Σικελιανός θέτει λοιπόν ένα πρόβλημα παρέκκλισης
του ανθρώπινου πολιτισμού από το φυσικό του προορισμό. Εντοπίζει, μ'
άλλα λόγια, το πρόβλημα στη ριζική αντίθεση του πολιτισμού προς τη
φύση. Την αποτίμησή του αυτή ο ποιητής θα τη μεταγράψει μυθικά στη
«μυστική Πρωτοεικόνα» της σταυρωμένης Θηλύτητας, τη «natura naturans
perpetuam divinitatem», που ακόμα η Δημιουργία δεν κατάφερε «να την
προβάλει ολόκληρη στο φως της ζωής» και που «καρφωμένη στον προαιώνιο
σταυρό της, προσμένει πάντα τον άξιο Λυτρωτή». Μέσα σ' αυτό το μυθικό
σχήμα είναι ευδιάκριτο το αίτημα μιας ριζικής πολιτισμικής ανανέωσης
κάτω από το φως των αρχαίων μητριαρχικών μύθων (και κατεξοχήν των
Ελευσινίων μυστηρίων) που διασώζουν τον πυρήνα της μυστικής αλήθειας.
Το αίτημα αυτό θα αναπτυχθεί και θεωρητικά και θα εξειδικευθεί, σε
Κοσμικό επίπεδο, ως αίτημα υπέρβασης των αντιθέσεων και αποκατάστασης
της αρχέγονης ενότητας, με την εναρμόνιση του ανθρώπου προς τη φύση και
τις αξίες της· σε ατομικό επίπεδο, ως αίτημα συμφιλίωσης και
εξισορρόπησης υλικών και πνευματικών αναγκών και τάσεων· σε κοινωνικό
επίπεδο, ως αίτημα παγκόσμιας συναδέλφωσης των λαών.
Το αίτημα της παγκόσμιας συναδέλφωσης, επιστέγασμα
όλης της υπαρξιακής διαλεκτικής του πορείας, ο ποιητής επιδίωξε να
πραγματώσει με τη γνωστή Δελφική Ιδέα, που εκφράστηκε στη συγκεκριμένη
χρονικά και τοπικά Δελφική του Προσπάθεια (1926-1932). Ο
οικουμενισμός του Σικελιανού απορρέει από την οικουμενικότητα του
πολιτισμικού προβλήματος που απαιτεί οικουμενικές λύσεις.
Ως «στίβο» της προσπάθειάς του ο Σικελιανός διάλεξε
το χώρο του ιερού Χρηστηρίου των Δελφών («ομφαλό της γης», κατά τους
αρχαίους), γιατί σ' αυτόν αναγνώριζε την «Κοσμικά συνθετική πνευματική
Εστία», που «κάτω από το ρυθμιστικό απολλώνιο πνεύμα αγκάλιασε, για μια
μεγάλη ιστορική περίοδο, ολόκληρο το γήινο Μύθο» και φιλοξένησε «όλους
τους θεούς και όλα τα ρεύματα του κόσμου ενίζοντάς τα». Στόχος της
προσπάθειάς του ήταν να δημιουργήσει στον ίδιο αυτό χώρο ένα πνευματικό
κέντρο οικουμενικής ακτινοβολίας, με άξονες: τις Δελφικές Εορτές, που
θα συνδύαζαν την αναβίωση των αρχαίων αθλητικών και πνευματικών αγώνων
με την αναβίωση της Τραγωδίας ως τέχνης μυσταγωγικής που ακτινοβολεί
την αιωνιότητα του Μύθου· τη Δελφική Ένωση, μια νέα παγκόσμια
πνευματική Αμφικτυονία που θα εργαζόταν για την ειρηνική συνεργασία και
πνευματική ενότητα των λαών. Σ.Σ. Ο κ. Ερατοσθένης Γ. Καψωμένος είναι καθηγητής Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.
Οι Δελφικές Εορτές
Οι Πρώτες Δελφικές Εορτές (1927) διήρκεσαν δύο ημέρες και περιελάμβαναν
παράσταση του Προμηθέα Δεσμώτη του Αισχύλου, γυμνικούς αγώνες, λαϊκούς
χορούς κι έκθεση λαϊκής τέχνης. Το 1930 έγιναν και Δεύτερες Δελφικές
Εορτές. Οι παραστάσεις αυτές είχαν σκοπό τους την αναβίωση του αρχαίου
τρόπου διδασκαλίας. Η μουσική, που συνόδευε τα χορικά, βασιζόταν στο
βυζαντινό μέλος. Τις ενδυμασίες είχε υφάνει η ίδια η Εύα Σικελιανού πάνω
σε πρότυπα λαϊκής τέχνης.Η απήχηση των Δελφικών Εορτών ήταν
μεγάλη. Έγιναν δεκτές με ενθουσιασμό από διανοούμενους και λάτρεις του
Ελληνικού πνεύματος. Υπήρξαν, όμως αρκετοί που αμφισβήτησαν την όλη
προσπάθεια και τα κίνητρά της και κάποιοι που δεν πίστεψαν ότι θα
μπορούσε να είναι εφικτή μια τέτοια προσπάθεια. Οι κριτικές που
ασκήθηκαν ήταν ή ενθουσιώδεις ή εντελώς αρνητικές εναντίον της όλης
ιδέας και της οργάνωσης. Οι Δελφικές Εορτές δεν μπόρεσαν να συνεχιστούν.
Παρά τη λαμπρή τους επιτυχία το ζεύγος Σικελιανού καταστράφηκε
οικονομικά. Το 1933 η Εύα, αφού έκανε απεγνωσμένες προσπάθειες για να
πετύχει οικονομική ενίσχυση από το κράτος για τη συνέχιση των Δελφικών
Εορτών, έφυγε για την Αμερική με σκοπό να διαδώσει κι εκεί τη Δελφική
Ιδέα. Δεν τα κατάφερε όμως! Γύρισε στην Ελλάδα όταν έμαθε για το θάνατο
του Σικελιανού, με τον οποίο είχε χωρίσει από το 1934. Η υποδοχή που της
επιφυλάχθηκε, όταν επισκέφτηκε τους Δελφούς ήταν θερμή. Ενώ
παρακολουθούσε παράσταση στο θέατρο των Δελφών, η καρδιά της την πρόδωσε
κι ετάφη εκεί στους Δελφούς πλάϊ στον Σικελιανό. Το μεγαλόπνοο όραμά
τους δεν μπόρεσε να συνεχιστεί, κατάφεραν όμως έστω και για λίγο να
προβάλλουν με τον τρόπο που πρέπει το Ελληνικό πνεύμα και τον Ελληνικό
Πολιτισμό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου