Εαρινή ισημερία, Τετάρτη 20 Μαρτίου 2013
Στη μία το μεσημέρι της Τετάρτης 20 Μαρτίου αρχίζει και επίσημα η Άνοιξη του 2013 στο βόρειο ημισφαίριο, στο οποίο ανήκει και η χώρα μας. Η αρχή της άνοιξης, από αστρονομική πλευρά, συμπίπτει με την εαρινή ισημερία, όταν η διάρκεια της ημέρας και της νύχτας είναι ίσες. Μετά τις 20 Μαρτίου οι ημέρες θα μεγαλώνουν σταδιακά, ώσπου να φθάσουν στο αποκορύφωμά τους φέτος κατά το θερινό ηλιοστάσιο στις 21 Ιουνίου.
Η εαρινή ισημερία έλαβε χώρα στις 21 Μαρτίου μόνο κατά τα 36 από τα 100 έτη του προηγούμενου αιώνα, σύμφωνα με το Space.com.
Στην Ευρώπη, η τελευταία φορά που η άνοιξη ξεκίνησε στις 21 Μαρτίου,
ήταν το 2007 και κάτι τέτοιο δεν θα ξανασυμβεί έως το έτος 2102.
Υπάρχουν διάφοροι αστρονομικοί λόγοι που η άνοιξη δεν έχει σταθερή ημερομηνία εκκίνησης και οι εποχές δεν έχουν ίδια διάρκεια.
Η διάρκεια της άνοιξης μειώνεται περίπου με ρυθμό ενός λεπτού ανά έτος, ενώ ο χειμώνας μειώνεται κατά περίπου μισό λεπτό ετησίως. Αντίστροφα, η διάρκεια του καλοκαιριού
μεγαλώνει με ετήσιο ρυθμό ενός λεπτού (αυτό που χάνει η άνοιξη), ενώ
του φθινοπώρου αυξάνει κατά μισό λεπτό. Το έτος 3500 περίπου, εκτιμάται
ότι η διάρκεια του χειμώνα θα έχει φθάσει στο μικρότερο δυνατό σημείο
(88,71 μέρες).
Η Άνοιξη στη μυθολογία
Πρώτη μέρα της
Άνοιξης σήμερα και η φύση αναγεννάται, ωστόσο όπως τα περισσότερα φυσικά
φαινόμενα, έτσι και τις αλλαγές των εποχών, οι Αρχαίοι Έλληνες τις
απέδιδαν σε θεϊκή παρέμβαση.
Ένας από τους ωραιότερους μύθους της Ελληνικής μυθολογίας, είναι η ιστορία της Περσεφόνης, κόρης της θεάς Δήμητρας και του Δία, την οποία αγάπησε ο Πλούτωνας και την πήρε μαζί του στον Κάτω Κόσμο.
Σύμφωνα με τον
μύθο, η Δήμητρα, ήταν η θεά της καρποφορίας και της γονιμότητας και
υπεύθυνη για την καλή σοδειά και την άνθιση της φύσης. Μαζί με το θεό
Δία, είχε κάνει μία κόρη την όμορφη Περσεφόνη.
Μία μέρα που η κοπέλα μάζευε λουλούδια στο Νύσιον πεδίον, μαζί με την Αθηνά, την Άρτεμη και τις Ωκεανίδες νύμφες, άνοιξε η Γη και ξεπήδησε από μέσα ο Πλούτωνας με το σκοτεινό του άρμα και την άρπαξε, αλλά τις κραυγές της δεν τις άκουσε κανείς, εκτός από την Εκάτη και τον Ήλιο κι έτσι κανείς δεν πρόλαβε να τη σώσει.
Θλιμμένη η Δήμητρα που έχασε την κόρη της, λέγεται ότι μάρανε την πλάση, οι σοδειές δεν καρποφορούσαν πια και τα λουλούδια δεν άνθιζαν. Όταν πληροφορήθηκε από τον Ήλιο ότι την έκλεψε ο Πλούτωνας έτρεξε να τη ζητήσει πίσω, ωστόσο κι εκείνος δεν ήθελε να τη χάσει. Έτσι κατέληξαν σε έναν διακανονισμό, η κόρη να είναι στη Γη 8 μήνες και 4 στον Κάτω Κόσμο μαζί του και μάλιστα για να το εξασφαλίσει αυτό, της έδωσε να φάει καρπό ροδιού για να ξαναγυρίσει.
Έτσι τους 4 μήνες που η Περσεφόνη, σύμφωνα με τον μύθο, βρισκόταν στον Κάτω Κόσμο, στη Γη κυριαρχούσε ο χειμώνας, ενώ οι υπόλοιποι 8, ήταν μήνες ανθοφορίας γονιμότητας και καλοκαιρίας.
Τη φυσική θεωρία της βλάστησης και του αγροτικού κύκλου του μύθου, πρωτοδιατύπωσαν οι Στωϊκοί φιλόσοφοι, υποστηρίζοντας ότι η Περσεφόνη ταυτίζεται με τα δημητριακά και η απουσία της με τη φύλαξή τους στο υπέδαφος, ενώ η απαγωγή της είναι η αλληγορία του κύκλου της ευφορίας της φύσης: η κάθοδος της Κόρης στον Κάτω κόσμο κάθε φθινόπωρο ταυτίζεται με την απουσία των καρπών, οι οποίοι αναφύονται την άνοιξη με την άνοδό της.
Την άποψη αυτή ωστόσο ανατρέπει ο Όμηρος, υποστηρίζοντας ότι η Κόρη έμενε τέσσερις μήνες στον Κάτω Κόσμο και οκτώ μήνες στον Πάνω Κόσμο, όμως τα δημητριακά βλασταίνουν μόλις λίγες εβδομάδες μετά τη σπορά, γεγονός που αναιρεί τη θεωρία των Στωϊκών.
Παράλληλα ο μύθος έχει αποκτήσει και ανθρωποκεντρικό συμβολισμό που σχετίζεται με τον γάμο και το θάνατο αλλά και με τον τραυματικό χωρισμό της μητέρας από την κόρη και την επανασύνδεσή τους, ενώ έχει εκφραστεί και η άποψη περί αντιθέτων, ότι δηλαδή ο Πλούτωνας θεωρείται «στείρος, σεξουαλικά αδύναμος, ενώ η Περσεφόνη συμβολίζει τις ερωτικές περιπέτειες και την ξενοιασιά της εφηβείας.
Η Άνοιξη στη μουσική
Α. Βιβάλντι Ἡ άνοιξη"
Η Άνοιξη(1ο μέρος)
Ήρθε και πάλι η άνοιξη
τον ερχομό της γιορτάζουν με χαρούμενα τιτιβίσματα τα πουλιά
στο φύσημα του Ζέφυρου οι πηγές κελαρύζουν.
Όταν ο ουρανός γεμίζει μαύρα σύννεφα
αστραπές και βροντές ξεσπούν
μόλις όμως η καταιγίδα κοπάσει
τα πουλιά ξαναρχίζουν το χαρωπό τους κελάηδημα.
Μ’
αυτά τα λόγια ο δημιουργός των «Τεσσάρων Εποχών» Αντόνιο Λόυτσιο
Βιβάλντι υποδέχεται την άνοιξη, την αναγέννηση της φύσης και τον
εορτασμό αυτού του γεγονότος από όλα τα πλάσματα της δημιουργίας. Ας
δούμε όμως τα πράγματα πιο αναλυτικά, ανιχνεύοντας πίσω από καθένα από
τα τέσσερα κοντσέρτα και τα σονέτα που τα συνοδεύουν, έτσι ώστε να
αλληλοσυμπληρώνονται και να αποτελούν αρμονικό σύνολο, την άποψη του
συνθέτη για την κάθε αποχή και τις ιδιομορφίες της.
Οι «Τέσσερις Εποχές» γράφτηκαν ως κοντσέρτο για σόλο βιολί και ορχήστρα εγχόρδων. Ο υπότιτλος που έδωσε στο έργο αυτό ο ίδιος ο Βιβάλντι ήταν: «Διαγωνισμός ανάμεσα στην Αρμονία και την Επινόηση». Τα τέσσερα πρώτα κοντσέρτα της συλλογής, καθένα από τα οποία αποτελείται από τρία μέρη, περιγράφουν διαδοχικά τις εποχές του έτους αρχίζοντας από την άνοιξη. Ο Βιβάλντι έγραψε για κάθε εποχή ένα μικρό ποίημα το οποίο προτάσσει σε καθένα από τα τέσσερα κοντσέρτα. Οι στίχοι τους σημειώνονται και μέσα στην παρτιτούρα, στα σημεία εκείνα όπου ο βενετσιάνος συνθέτης επιχειρεί να αναπαραστήσει ηχητικά τις εικόνες που μας υποβάλλουν τα ποιήματα αυτά.
Ανήκουν στα έργα προγραμματικής μουσικής, όπου ο συνθέτης προσπαθεί, μέσω των ηχοχρωμάτων των οργάνων της ορχήστρας, να μας πει μια ιστορία, ή να μας «ζωγραφίσει» μουσικά μια εικόνα, ή να μας αποδώσει ένα ποίημα, μια ιδέα, κ.τ.λ. Κάθε κοντσέρτο αποτελείται από τρία μέρη. Εστιάζοντας κανείς σε αυτή την πλευρά του έργου, μπορεί να πει ότι ο Βιβάλντι πρόκειται για έναν από τους πρωτοπόρους στον τομέα αυτόν της μουσικής, αφού αξιοποίησε στο έπακρο τις δυνατότητες που του προσέφερε, για να μας χαρίσει ένα έργο τέχνης σπάνιας ομορφιάς και μουσικότητας.
Από το 1718 έως το 1720 ο Βιβάλντι φεύγει από τη Βενετία και αναλαμβάνει παραγγελίες στη Μάντοβα. Εκεί γράφει το 1725 τις «Τέσσερις Εποχές». Πολλοί πιστεύουν ότι το φυσικό τοπίο επηρέασε τον Βιβάλντι γιατί είχε γη και ήταν εμφανέστερες οι εναλλαγές των εποχών αντίθετα με τη Βενετία που ήταν πάνω σε νερό.
ΑΝΟΙΞΗ
«Η άνοιξη έφτασε και τα πουλιά την καλωσορίζουν τραγουδώντας», γράφει ο ίδιος ο Βιβάλντι. Ο εναρκτήριος γρήγορος και χαρούμενος χαρακτήρας του 1ου μέρους (το εισαγωγικό σονέτο) διαθέτει μια δροσερή και χαρούμενη μελωδία. Τα βιολιά μιμούνται το κελάηδισμα των πουλιών. Κάποιες φράσεις φέρνουν στο νου ένα ρυάκι και μια απαλή, ανοιξιάτικη αύρα, ενώ ένα σθεναρό τρέμολο και οι γρήγορες κλίμακες απ’ τα έγχορδα υποδηλώνουν μια καταιγίδα.
Οι «Τέσσερις Εποχές» γράφτηκαν ως κοντσέρτο για σόλο βιολί και ορχήστρα εγχόρδων. Ο υπότιτλος που έδωσε στο έργο αυτό ο ίδιος ο Βιβάλντι ήταν: «Διαγωνισμός ανάμεσα στην Αρμονία και την Επινόηση». Τα τέσσερα πρώτα κοντσέρτα της συλλογής, καθένα από τα οποία αποτελείται από τρία μέρη, περιγράφουν διαδοχικά τις εποχές του έτους αρχίζοντας από την άνοιξη. Ο Βιβάλντι έγραψε για κάθε εποχή ένα μικρό ποίημα το οποίο προτάσσει σε καθένα από τα τέσσερα κοντσέρτα. Οι στίχοι τους σημειώνονται και μέσα στην παρτιτούρα, στα σημεία εκείνα όπου ο βενετσιάνος συνθέτης επιχειρεί να αναπαραστήσει ηχητικά τις εικόνες που μας υποβάλλουν τα ποιήματα αυτά.
Ανήκουν στα έργα προγραμματικής μουσικής, όπου ο συνθέτης προσπαθεί, μέσω των ηχοχρωμάτων των οργάνων της ορχήστρας, να μας πει μια ιστορία, ή να μας «ζωγραφίσει» μουσικά μια εικόνα, ή να μας αποδώσει ένα ποίημα, μια ιδέα, κ.τ.λ. Κάθε κοντσέρτο αποτελείται από τρία μέρη. Εστιάζοντας κανείς σε αυτή την πλευρά του έργου, μπορεί να πει ότι ο Βιβάλντι πρόκειται για έναν από τους πρωτοπόρους στον τομέα αυτόν της μουσικής, αφού αξιοποίησε στο έπακρο τις δυνατότητες που του προσέφερε, για να μας χαρίσει ένα έργο τέχνης σπάνιας ομορφιάς και μουσικότητας.
Από το 1718 έως το 1720 ο Βιβάλντι φεύγει από τη Βενετία και αναλαμβάνει παραγγελίες στη Μάντοβα. Εκεί γράφει το 1725 τις «Τέσσερις Εποχές». Πολλοί πιστεύουν ότι το φυσικό τοπίο επηρέασε τον Βιβάλντι γιατί είχε γη και ήταν εμφανέστερες οι εναλλαγές των εποχών αντίθετα με τη Βενετία που ήταν πάνω σε νερό.
ΑΝΟΙΞΗ
«Η άνοιξη έφτασε και τα πουλιά την καλωσορίζουν τραγουδώντας», γράφει ο ίδιος ο Βιβάλντι. Ο εναρκτήριος γρήγορος και χαρούμενος χαρακτήρας του 1ου μέρους (το εισαγωγικό σονέτο) διαθέτει μια δροσερή και χαρούμενη μελωδία. Τα βιολιά μιμούνται το κελάηδισμα των πουλιών. Κάποιες φράσεις φέρνουν στο νου ένα ρυάκι και μια απαλή, ανοιξιάτικη αύρα, ενώ ένα σθεναρό τρέμολο και οι γρήγορες κλίμακες απ’ τα έγχορδα υποδηλώνουν μια καταιγίδα.
Η Άνοιξη (2ο μέρος)
Στο ολάνθιστο λιβάδι
κάτω από τα φύλλα που θροΐζουν και τα κλαδιά
κοιμάται ο γιδοβοσκός
σιμά του στέκει ο πιστός του σκύλος.
Το 2ο μέρος, με το χαρακτηρισμό «πλατύ», είναι μια μακριά, τρυφερή μελωδία για σόλο βιολί με συνοδεία εγχόρδων. Ζωγραφίζει κυριολεκτικά την ειρηνική σκηνή ενός βοσκού με το σκύλο του, που μισοκοιμάται κάτω από μερικά δέντρα. Στην παλέτα του κυριαρχούν τα έντονα χρώματα της άνοιξης που στρώνουν με πολύχρωμα χαλιά λουλουδιών τα λιβάδια και τους αγρούς.
Η Άνοιξη(3ο μέρος)
Οι ποιμενικές γκάιντες ηχούνε γιορτινά
οι νύφες κι οι βοσκοί στήνουνε χορό
κάτω απ' τον φωτεινό ουρανό
της πολυαγαπημένης άνοιξης.
Σε αντίθεση, το 3ο μέρος, είναι ένας «Χωριάτικος χορός». Είναι η σειρά των ανθρώπων να υποδεχτούν την άνοιξη με κάθε επισημότητα. Γυναίκες και άντρες ντύνονται τα καλά τους ρούχα και χορεύουν με έκσταση για να γιορτάσουν την εποχή της καρποφορίας και της αναπαραγωγής. Η βλάστηση στη φύση οργιάζει και καλεί τους ανθρώπους να αφήσουν πίσω τους τις έγνοιες του χειμώνα και ανοίξουν τις ψυχές τους κάνοντας χώρο για τον ήλιο που φωτίζει στον ουρανό και χρυσίζει την πλάση.
I Get Along Without You Very Well
Ένα τραγούδι που έχει στους στίχους του και άνοιξη...
Τραγουδά η Μπίλι Χόλιντέι –και είναι μια από τις τελευταίες της ηχογραφήσεις και δεν συγκρίνεται με τίποτε.
«Τα καταφέρνω και χωρίς εσένα
Φυσικά και τα βγάζω πέρα
Εκτός, ίσως την άνοιξη
Αλλά δεν πρέπει ποτέ να σκέφτομαι την άνοιξη
Γιατί θα μου ραγίσει την καρδιά μου σίγουρα στα δυό»
Άνοιξη και ποιήση
τα ετεροθαλή, Οδυσσέας Ελύτης
(πρώτη σειρά ψαλμός και ψηφιδωτό για μιαν άνοιξη στην Αθήνα)
Άνοιξη θρύψαλο μενεξεδί
Άνοιξη χνούδι περιστέρας
Άνοιξη σκόνη μυριόχρωμη
[…]
Άνοιξη πίκρισμα του σκίνου
Άνοιξη άζωτο της αμασχάλης
Άνοιξη σουσάμι αόρατο
[…]
Άνοιξη αίμα του βολβού
Άνοιξη οπλοπολυβόλο απύλωτο
Στων ωραίων γυναικών τα χέρια
Όπου τύχει
Ριπές θανάτου
Εκατομμύρια σπερματοζωάρια
Στων ωραίων γυναικών τα χέρια
Τα δυνατά λουλούδια με τον ήλιο μέσα τους
[…]
Άνοιξη τσίτι τσιτωμένο
Άνοιξη σφήκα του χεριού
Άνοιξη «μη» «θα μας δούνε τέρας»
[…]
Άνοιξη μούρο αδάγκωτο
Άνοιξη βιδωτό φιλί
Άνοιξη χάσμα της λιποθυμιάς
[…]
Άνοιξη 37 και 2
Άνοιξη Love Amour και Liebe
Άνοιξη no nein και non.
[…]
Άνοιξη δόντι λυσσαλέο
Άνοιξη φούξια του παροξυσμού
Άνοιξη αρτεσιανό ηφαίστειο
[…]
Άνοιξη σάλτο της ακρίδας
Άνοιξη μήτρα σκοτεινή
Άνοιξη πράξη ακατονόμαστη
[…]
Άνοιξη άνοιξη σαλπάροντας
Άνοιξη άνοιξη σημαιοστόλιστη
Άνοιξη, Πιέτρο Μεταστάζιο
(μετάφραση Διονύσιος Σολωμός)
ουρανος και γης ευφράνθη,
με το χόρτο και με τ’ άνθι
παίζει ο ζέφυρος τερπνά.
[…]
Και το χόρτο πρασινίζει,
μόν’ ‘ς εμένα δε γυρίζει
της καρδιάς η σιγαλιά.
Ήλιου ακτίνα καθαρώτατη
του βουνού τα χιόνια λυώνει,
που το νέο του ξεφυτρώνει
πράσιν’ έντυμα λαμπρό.
Το σιγό το κυματάκι
εις τες άκρες του φλοισβίζει,
και το ανθοδροσοστολίζει
με τ’ ακοίμητα νερά.
Το ίσχυρό το δέντρο, που είδανε
σταθερό καιροί και χρόνοι,
τα κλωνάρια ξαλαφρωνει
απ’ τα χιόνια τα οκνηρά.
Παντού, ισού, ξυπνούν και τρέμουν
άνθια χίλια από το χώμα,
που είν’ απείραχτα εις το χρώμα
απ’ τ’ αλέτρια τα σκληρά.
Να, το χελιδόνι εγύρισε,
που το πέλαο περνάει,
κ’ εδώ πάλι οικοδομάει
τη γλυκειά του τη φωλιά•
κι’ εκεί που με τη φτερούγα
τρέχει ογλήγορα και λάμνει,
προσοχή καμμιά δεν κάμνει
εις οποίον τον κυνηγά.
Η βοσκούλα ερωτεμένη
πάει στο ρεύμα να κοιτάξη,
για να βάλη ωραία σε τάξι
τα ξανθά της τα μαλλιά.
Να βοσκούν βγαίνουν τα πρόβατα•
τωρα λέον δε μνέσκουν άλλοι,
η ψαράδες στ’ ακρογιάλι,
η διαβάτες στην οικιά.
Ως και ναύτης, που γυμνότατος
στην πατρίδα του εσυνάχθη,
γιατί ο μαύρος εταράχθη,
από φουσκοθαλασσιά,
βλέποντας σιγό το κύμα,
λύει το πλοίον, και δε φοβάται
και ουδέ πλέον ξαναθυμάται
πως εφούσκωσε φρικτά.
Arthur Hacker, Ta λουλούδια της άνοιξης. Ιδιωτική Συλλογή.
Ασυμβίβαστα, Κική Δημουλά
ατέλειωτα μένουν.
Φταίει που πάντα βιάζεται η άνοιξη,
φταίει που πάντα αργεί η διάθεσή μου.
Γι αὐτὸ αναγκάζομαι
κάθε σχεδόν ποίημά μου για την άνοιξη
με μια εποχή φθινοπώρου
ν ἀποτελειώνω.
Αυτοσυντήρηση
Θα πρέπει να ήταν άνοιξη
γιατί η μνήμη αυτή
υπερπηδώντας παπαρούνες έρχεται.
Εκτός εάν η νοσταλγία
από πολύ βιασύνη,
παραγνώρισ ἐνθυμούμενο.
Μοιάζουνε τόσο μεταξύ τους όλα
όταν τα πάρει ο χαμός.
Αλλά μπορεί να ναι ξένο αυτό το φόντο,
να ναι παπαρούνες δανεισμένες
από μιαν άλλην ιστορία,
δική μου η ξένη.
Τα κάνει κάτι τέτοια η αναπόληση.
Από φιλοκαλία κι έπαρση.
Όμως θα πρέπει να ταν άνοιξη
γιατί και μέλισσες βλέπω
να πετούν γύρω απ αὐτὴ τη μνήμη,
με περιπάθεια και πίστη
να συνωστίζονται στον καλύκά της.
Εκτός αν είναι ο οργασμός
νόμος του παρελθόντος,
μηχανισμός του ανεπανάληπτου.
Αν μένει πάντα κάποια γύρις
στα τελειωμένα πράγματα
για την επικονίαση
της εμπειρίας, της λύπης
και της ποίησης.
Όταν μιαν άνοιξη, Μανόλης Αναγνωστάκης
Όταν μιαν άνοιξη χαμογελάσει
θα ντυθείς μια καινούργια φορεσιά
και θα 'ρθεις να σφίξεις τα χέρια μου
παλιέ μου φίλε
Κι ίσως κανείς δε σε προσμένει να γυρίσεις
μα εγώ νιώθω τους χτύπους της καρδιάς σου
κι ένα άνθος φυτρωμένο στην ώριμη,
πικραμένη σου μνήμη
Κάποιο τρένο, τη νύχτα, σφυρίζοντας,
ή ένα πλοίο, μακρινό κι απροσδόκητο
θα σε φέρει μαζί με τη νιότη μας
και τα όνειρά μας
Κι ίσως τίποτα, αλήθεια, δεν ξέχασες
μα ο γυρισμός πάντα αξίζει περισσότερο
από κάθε μου αγάπη κι αγάπη σου
παλιέ μου φίλε
Νίκος Καρούζος, «Το έαρ με θύει κ’ εφέτος»
Νίκος Καρούζος, «Το έαρ με θύει κ’ εφέτος»
Μέσα στην άνοιξη ο Λυκαβητός/ άσπρα φώτα του Άι Γιώργη
εδώ που σχίστηκε με μια γαλάζια τύχη ο ουρανός-
και το μικρό κόκκινο φως απάνω απ’ τα δέντρα
εδώ που σχίστηκε με μια γαλάζια τύχη ο ουρανός
ερωτευμένους θα φορώ η Άνοιξη φωνάζει
σα να σχίστηκε/ ο ουρανός απ’ τα γαλάζια χέρια των πηγών
και δείχνει ένα λίγο του Παραδείσου.
Μαρία δύσβατη των αγγέλων καμπύλη
και καρποί κρημνιζόμενοι
σε αναπνέω γυμνή με το πουκάμισο
και τη μαύρη γραβάτα μου ασθμαίνεις
όταν ο αέρας αιφνίδια μεταστάς
αφήνει τα ζεστά σου πόδια σε διάρκεια για μένα.
Κορίτσι του καημού της Αττικής
ουράνια βραδινά πάνω στα χείλη
ανάμεσά μας η ευθεία του θανάτου
τα πεύκα και τ’ αθάνατα σπιθίζουν-
φαρδιά φύλλα.
Έαρ η εποχή των εξουσιών/ τη μοίρα διανύει κ’ εφέτος
αυτή την αρωματική δροσιά που συγχωνεύει
λουλούδια με τα’ αστέρια ως μέσα στις χαρούμενες νύχτες.
Είναι φλόγα και με θυσιάζει/ λάμψη Χριστού
και τα ορμητικά μάτια των κορασίδων
όπως ανοίγουν μοναχές τα στήθη.
Στους σπινθήρες των άστρων ολόσωμος εγώ
η ψυχή μου πατούσε το χώμα
κι άρχισε ένα τραγούδι
που με βύθιζε μητέρα στην καρδιά σου.
“Κλαίνε τα πουλιά γι’ αέρα
Και τα δέντρα για νερό…”
(Ν. Καρούζος, Ποιήματα, α’ τ., εκδ. Ίκαρος).
Arthur Hacker, Μαργαρίτες. Ιδιωτική Συλλογή.
Ο. Ελύτης:
«Την άνοιξη αν δεν τη βρεις τη φτιάχνεις
και ή πας να παίξεις τρικυμία ή πνίγεσαι.»
«-Βλέπω τη διαρκή επανάσταση φυτών και λουλουδιών.
Βλέπω τις κανονιοφόρους του Έρωτα…»
(Ο. Ελύτης «Άξιον εστί-Προφητικόν»)
Βύρων ΛΕΟΝΤΑΡΗΣ
Της άνοιξης και του πολέμου
Δεν ξεχωρίζω πια τον ερχομό σου από την άνοιξη
Το βάδισμά σου απ’ το άνοιγμα των λουλουδιών
Τη νιότη από το χαμόγελό σου.
Δεν ξεχωρίζω το κορμί σου απ’ των περιβολιών το θρόισμα
Την αφή σου απ’ την αφή όλου του κόσμου
Τη γεύση σου απ’ τη γεύση των τρικυμισμένων μυστικών.
Δεν ξεχωρίζω πια τα μάτια σου
Μάτια; Ουρανός; Θάλασσα; Αστέρια;
- δεν ξεχωρίζω πια
Εσπαταλήθηκες πολύ μες στη ζωή μου.
III
Έξω από το χαράκωμα της μοίρας
Στόμα του τριαντάφυλλου
Μάτια της βροχής
Δάχτυλα που δεν έχουν αδερφούς
Και αδερφές στον κόσμο
Σφίγγουν τα ηνία του χαμόγελου, καθώς
Το αίμα στο χαράκωμα του ορίζοντα σαλπίζει
Σιωπητήριο καρδιάς.
VI
Πάθος ανθρώπινο
Δε γιατρεύεται τούτη η ομορφιά
Λουσμένη σε πληγές και ηφαίστεια…
Άνοιξη, άνοιξη!…κι αχ, δε γιατρεύεται
Τούτη η ελπίδα της ζωής, η ελπίδα της αγάπη…
Βύρων Λεοντάρης, Ψυχοστασία, εκδ. Ύψιλον
Της άνοιξης και του πολέμου
Δεν ξεχωρίζω πια τον ερχομό σου από την άνοιξη
Το βάδισμά σου απ’ το άνοιγμα των λουλουδιών
Τη νιότη από το χαμόγελό σου.
Δεν ξεχωρίζω το κορμί σου απ’ των περιβολιών το θρόισμα
Την αφή σου απ’ την αφή όλου του κόσμου
Τη γεύση σου απ’ τη γεύση των τρικυμισμένων μυστικών.
Δεν ξεχωρίζω πια τα μάτια σου
Μάτια; Ουρανός; Θάλασσα; Αστέρια;
- δεν ξεχωρίζω πια
Εσπαταλήθηκες πολύ μες στη ζωή μου.
III
Έξω από το χαράκωμα της μοίρας
Στόμα του τριαντάφυλλου
Μάτια της βροχής
Δάχτυλα που δεν έχουν αδερφούς
Και αδερφές στον κόσμο
Σφίγγουν τα ηνία του χαμόγελου, καθώς
Το αίμα στο χαράκωμα του ορίζοντα σαλπίζει
Σιωπητήριο καρδιάς.
VI
Πάθος ανθρώπινο
Δε γιατρεύεται τούτη η ομορφιά
Λουσμένη σε πληγές και ηφαίστεια…
Άνοιξη, άνοιξη!…κι αχ, δε γιατρεύεται
Τούτη η ελπίδα της ζωής, η ελπίδα της αγάπη…
Βύρων Λεοντάρης, Ψυχοστασία, εκδ. Ύψιλον
Arthur Hacker, Φυλακισμένη άνοιξη. 1911. Ιδιωτική Συλλογή.
Γ. Σαράνταρη, Σαν άνοιξη
Σαν άνοιξη είναι ολάκερη γη
τώρα που συμφιλιωθήκαμε
τώρα που περπατάμε παντού
και είναι παντού ευθείες γραμμές
που μας οδηγούν στις θάλασσες
να στοχαστούμε το θάνατο
μας ανεβάζουν στους ουρανούς
ν' αναπνεύσουμε περισσότερη ζωή.
Σαν άνοιξη είναι ολάκερη γη
τώρα που συμφιλιωθήκαμε
τώρα που περπατάμε παντού
και είναι παντού ευθείες γραμμές
που μας οδηγούν στις θάλασσες
να στοχαστούμε το θάνατο
μας ανεβάζουν στους ουρανούς
ν' αναπνεύσουμε περισσότερη ζωή.
Γ. Σαραντάρη, Ξανθιά μαλλιά της άνοιξης
Ξανθιά μαλλιά της άνοιξης
μπλεχθήκατε με νούφαρα στη μνήμη
κι όλο μακριά με φέρνουνε τα μήλα
που έκοψα απ' τον κήπο
με ταξιδεύουν σε απαλούς αγέρες
πλάι σε θάλασσες που δεν κινούνται
μα βλέπουν πάνω τους με βλέμμα πράο.
Γ. Σαραντάρη, Η άνοιξη σαν έκλεισε τα μάτια
Η άνοιξη σαν έκλεισε τα μάτια
ήταν γιομάτη θόρυβο
είχε το πρόσωπο ξανθό
απ΄το μεθύσι
τα μαλλιά
τής σκέπαζαν τον ύπνο
είχε τρέξει στο δάσος
και ονειρεύονταν τον ουρανό
Γιατί λυπότανε
που δεν της έμειναν λουλούδια
να χαρίσει
στον ουρανό
τα είχε χαρίσει όλα
στην καρδιά μας
κι είχε φύγει
να μην την ξαναδούμε.
Ξανθιά μαλλιά της άνοιξης
μπλεχθήκατε με νούφαρα στη μνήμη
κι όλο μακριά με φέρνουνε τα μήλα
που έκοψα απ' τον κήπο
με ταξιδεύουν σε απαλούς αγέρες
πλάι σε θάλασσες που δεν κινούνται
μα βλέπουν πάνω τους με βλέμμα πράο.
Γ. Σαραντάρη, Η άνοιξη σαν έκλεισε τα μάτια
Η άνοιξη σαν έκλεισε τα μάτια
ήταν γιομάτη θόρυβο
είχε το πρόσωπο ξανθό
απ΄το μεθύσι
τα μαλλιά
τής σκέπαζαν τον ύπνο
είχε τρέξει στο δάσος
και ονειρεύονταν τον ουρανό
Γιατί λυπότανε
που δεν της έμειναν λουλούδια
να χαρίσει
στον ουρανό
τα είχε χαρίσει όλα
στην καρδιά μας
κι είχε φύγει
να μην την ξαναδούμε.
Τ. Άγρα
Άνοιξη η γειτονιά, κ η μέρα ζωγραφιά!
Πολύ ήταν να αξιωθώ παρόμοιαν ομορφιά,
-τριανταφυλλο το στόμα μου τριανταφυλλί
Τα άνθια τα αμαρτωλά στο στόμα να φιλή.
Στο δρόμο ή σ αψηλό μπαλκόνι αντικρυνό-
Ώ αγάπη των δεκάξη μου χρονώ!
Γλαύκος Αλιθέρσης
Από καιρό σε πρόμενε η ψυχή μου.
Μ αλίμονο! δεν ήρθες με του Απρίλη
Τα λούλουδα στην όψη σου, καλή μου.
Ιωάννης Βηλαράς
Η γλυκυτάτη Άνοιξι
Με τα άνθη στολισμένη,
Ροδοστεφανωμένη,
Τη γη γλυκοτηράει.
Ηλίας Βουτιερίδης.
Μήτε η δροσάτη νειότη σου θα στείλει
Τον όμορφό της θρίαμβο να μένει
Μες στην ψυχή σαν θύμηση του Απρίλη.
Φώτος Γιοφύλλης
Γλυκειά Μικρούλα, δεν την καρτερούσες
Την ξελογιάστραν άνοιξη. Μα νάτη!
Σε βρήκε βυθισμένη, ως μελετούσες
Σκυμμένη στα βιβλία μ έγνοιες γιομάτη.
Φοίβο Δέλφη.
Είναι ωραία η άνοιξη χίλια κεριά αναμμένα
Τα άνθη της γης σε περιμένουν να περάσεις.
Σκορπούν ευωδιές, ψέλνουν αλληλούια οι κορυδαλλοί
Μεθυσμένοι από το φως, εράσμια νύμφη.
Φαίδρα Παγουλάτου Ζαμπαθά.
Δειλό της άνοιξης το χέρι
Δειλό και το χαμόγελό σου
Στης μυγδαλιάς τα άσπρο μαντήλι
Το βλέμμα σου αποξεχάστη.
Και της αγάπης το τραγούδι
Νανούρισμα κι αυτό τα Απρίλη
Λιλή Ιακωβίδη
Ω, πως σε χάρηκα Άνοιξη
Με τα γαλάζια κλώνια,
Δεντρί πολυανθισμένο!
Κεντούσες φως ολόχρυσο
Κελαηδισμούς στα χρόνια
Κ εγώ να μην χορταίνω
Ιάσων Ιωαννίδης.
Ωρίμασαν τα χείλια σου
Σάλεμα της σίκαλης
Στον ανοιξιάτικο αγέρα
Το βάδισμά σου.
Σε θέλω.
Πάνο Κυπαρίσση.
Βαθύ το πηγάδι
Ο χρόνος κατοικεί στις λέξεις, κρυφά
Οι άγιοι στα υπερώα
Και η άνοιξη
Στις φλέβες του χειμώνα
Λορέντζος Μαβίλης.
Πάλε ξυπνάει της άνοιξης τα αγέρι
Στην Πλάση μυστικής αγάπης γλύκα,
Σα νύφ η γη, πώχει άμετρα άνθη προίκα
Λάμπει, ενώ σβυέται της αυγής τα αστέρι.
Να ξαναιδώ και το δικό σου Μάη
Όμορφή μου, καλή, γλυκειά , πατρίδα!
Κώστα Μόντη
Απ το όνομά σου ξεκινά η άνοιξη,
Απ τις συλλαβές του κρέμουνται κόκκινα κεράσια.
Κώστα Ουράνη
Δε θέλω πια παρά να ζω έτσι όπως ένα δέντρο,
Οπού θροίζει ανάλαφρα σε πρωινό΄του Απρίλη
Μες σ ένα κάμπο ειρηνικό, γεμάτον φως γαλάζιο
Και παπαρούνες κόκκινες και άσπρο χαμομήλι
Και νάχω μέσα στην ψυχή των γέρων την ειρήνη
Και στην καρδιά μου των φτωχών την ένθεη καλωσύνη.
Νίκος Παππάς
Τα πιο ωραία, τα ωραιότερα του κόσμου
Δεν είναι λίγα δεν είναι πολλά.
Ο παιδικός όρμος
Η πρωτη λύπη μας
Η ανοιξιάτικη Αττική
Το περιστέρι στα καταγάλανα Τρίκαλα
Είναι αυτά που σαν πληγές
Έχουν συγκεντρωθεί εδώ στο πλάι μας…
Σαράντος Παυλέας,
Καλή μου άνοιξη, στο γείσο της στέγης μου χάριζέ μου δυο φωλιές χελιδόνια.
Πολύ ήταν να αξιωθώ παρόμοιαν ομορφιά,
-τριανταφυλλο το στόμα μου τριανταφυλλί
Τα άνθια τα αμαρτωλά στο στόμα να φιλή.
Στο δρόμο ή σ αψηλό μπαλκόνι αντικρυνό-
Ώ αγάπη των δεκάξη μου χρονώ!
Γλαύκος Αλιθέρσης
Από καιρό σε πρόμενε η ψυχή μου.
Μ αλίμονο! δεν ήρθες με του Απρίλη
Τα λούλουδα στην όψη σου, καλή μου.
Ιωάννης Βηλαράς
Η γλυκυτάτη Άνοιξι
Με τα άνθη στολισμένη,
Ροδοστεφανωμένη,
Τη γη γλυκοτηράει.
Ηλίας Βουτιερίδης.
Μήτε η δροσάτη νειότη σου θα στείλει
Τον όμορφό της θρίαμβο να μένει
Μες στην ψυχή σαν θύμηση του Απρίλη.
Φώτος Γιοφύλλης
Γλυκειά Μικρούλα, δεν την καρτερούσες
Την ξελογιάστραν άνοιξη. Μα νάτη!
Σε βρήκε βυθισμένη, ως μελετούσες
Σκυμμένη στα βιβλία μ έγνοιες γιομάτη.
Φοίβο Δέλφη.
Είναι ωραία η άνοιξη χίλια κεριά αναμμένα
Τα άνθη της γης σε περιμένουν να περάσεις.
Σκορπούν ευωδιές, ψέλνουν αλληλούια οι κορυδαλλοί
Μεθυσμένοι από το φως, εράσμια νύμφη.
Φαίδρα Παγουλάτου Ζαμπαθά.
Δειλό της άνοιξης το χέρι
Δειλό και το χαμόγελό σου
Στης μυγδαλιάς τα άσπρο μαντήλι
Το βλέμμα σου αποξεχάστη.
Και της αγάπης το τραγούδι
Νανούρισμα κι αυτό τα Απρίλη
Λιλή Ιακωβίδη
Ω, πως σε χάρηκα Άνοιξη
Με τα γαλάζια κλώνια,
Δεντρί πολυανθισμένο!
Κεντούσες φως ολόχρυσο
Κελαηδισμούς στα χρόνια
Κ εγώ να μην χορταίνω
Ιάσων Ιωαννίδης.
Ωρίμασαν τα χείλια σου
Σάλεμα της σίκαλης
Στον ανοιξιάτικο αγέρα
Το βάδισμά σου.
Σε θέλω.
Πάνο Κυπαρίσση.
Βαθύ το πηγάδι
Ο χρόνος κατοικεί στις λέξεις, κρυφά
Οι άγιοι στα υπερώα
Και η άνοιξη
Στις φλέβες του χειμώνα
Λορέντζος Μαβίλης.
Πάλε ξυπνάει της άνοιξης τα αγέρι
Στην Πλάση μυστικής αγάπης γλύκα,
Σα νύφ η γη, πώχει άμετρα άνθη προίκα
Λάμπει, ενώ σβυέται της αυγής τα αστέρι.
Να ξαναιδώ και το δικό σου Μάη
Όμορφή μου, καλή, γλυκειά , πατρίδα!
Κώστα Μόντη
Απ το όνομά σου ξεκινά η άνοιξη,
Απ τις συλλαβές του κρέμουνται κόκκινα κεράσια.
Κώστα Ουράνη
Δε θέλω πια παρά να ζω έτσι όπως ένα δέντρο,
Οπού θροίζει ανάλαφρα σε πρωινό΄του Απρίλη
Μες σ ένα κάμπο ειρηνικό, γεμάτον φως γαλάζιο
Και παπαρούνες κόκκινες και άσπρο χαμομήλι
Και νάχω μέσα στην ψυχή των γέρων την ειρήνη
Και στην καρδιά μου των φτωχών την ένθεη καλωσύνη.
Νίκος Παππάς
Τα πιο ωραία, τα ωραιότερα του κόσμου
Δεν είναι λίγα δεν είναι πολλά.
Ο παιδικός όρμος
Η πρωτη λύπη μας
Η ανοιξιάτικη Αττική
Το περιστέρι στα καταγάλανα Τρίκαλα
Είναι αυτά που σαν πληγές
Έχουν συγκεντρωθεί εδώ στο πλάι μας…
Σαράντος Παυλέας,
Καλή μου άνοιξη, στο γείσο της στέγης μου χάριζέ μου δυο φωλιές χελιδόνια.
Μαρία Πολυδούρη
Σαν πεθάνω
Θα πεθάνω μιαν αυγούλα μελαγχολική του Απρίλη,
Όταν αντικρύ θανοίγει μες στη γλάστρα μου δειλά
Ένα ρόδο-μια ζωούλα. Και θα μου κλειστούν τα χείλη
Και θα μου κλειστούν τα μάτια μοναχά τους, σιωπηλά.
Θα πεθάνω μιαν αυγούλα μελαγχολική του Απρίλη.
Η στερνή πνοή μου θάρθη να στο πη και τότε πια,
Όση σου απομένει αγάπη, θάναι σα θαμπό καντήλι
Φτωχή θύμηση στου τάφου μου την απολησμονιά.
Α. Προβελέγγιος
Ήλθε ο Μάρτης και ξυπνά
Σα νυφούλα η πλάση,
Λουλουδίζουνε βουνά,
Πρασινίζουν δάση.
Γ. Σαραντάρη
Μου φαίνεται πως η άνοιξη
Σαν κελαιδά με τρέμει
Μην της ζητήσω ένα σκοπό
Να δώσω του έρωτά μου
Μην της ζητήσω ένα φιλί
Να σου φιλήσω την καρδιά
Να σου χαρίσω δυο φτερά
Και να σε δω δικιά μου
Γιάννης Χονδρογιάννης
Η Μόννα Βάννα κάθεται και κλαίει έτσι πικρά
Μέσα στον κήπο που έχυσεν ο Απρίλης τα άρωμά του
Κι απ τα φτωχά της μάγουλα τα βαθουλά κι ωχρά
Πήρε το ρόδι το λαμπρό μια μυρωδιά θανάτου.
Να θυμίσω ότι οι πιο παροιμιώδεις στιχοι για την άνοιξη και τον έρωτα έρχονται από τον Σολωμό, που με δυο στίχους είπε καταληκτικά, όσα προσπάθησαν, φλύαρα πολλές φορές να πουν πολλοί άλλοι. Αυτό εντελώς παρενθετικά.
Το γνωστό, «Ο Απρίλης με τον Έρωτα χορεύουν και γελούνε…»
Και το ακόμη πιο γνωστό, «Έστησ' ο έρωτας χορό με τον ξανθό Απρίλη…».
Θα πεθάνω μιαν αυγούλα μελαγχολική του Απρίλη,
Όταν αντικρύ θανοίγει μες στη γλάστρα μου δειλά
Ένα ρόδο-μια ζωούλα. Και θα μου κλειστούν τα χείλη
Και θα μου κλειστούν τα μάτια μοναχά τους, σιωπηλά.
Θα πεθάνω μιαν αυγούλα μελαγχολική του Απρίλη.
Η στερνή πνοή μου θάρθη να στο πη και τότε πια,
Όση σου απομένει αγάπη, θάναι σα θαμπό καντήλι
Φτωχή θύμηση στου τάφου μου την απολησμονιά.
Α. Προβελέγγιος
Ήλθε ο Μάρτης και ξυπνά
Σα νυφούλα η πλάση,
Λουλουδίζουνε βουνά,
Πρασινίζουν δάση.
Γ. Σαραντάρη
Μου φαίνεται πως η άνοιξη
Σαν κελαιδά με τρέμει
Μην της ζητήσω ένα σκοπό
Να δώσω του έρωτά μου
Μην της ζητήσω ένα φιλί
Να σου φιλήσω την καρδιά
Να σου χαρίσω δυο φτερά
Και να σε δω δικιά μου
Γιάννης Χονδρογιάννης
Η Μόννα Βάννα κάθεται και κλαίει έτσι πικρά
Μέσα στον κήπο που έχυσεν ο Απρίλης τα άρωμά του
Κι απ τα φτωχά της μάγουλα τα βαθουλά κι ωχρά
Πήρε το ρόδι το λαμπρό μια μυρωδιά θανάτου.
Να θυμίσω ότι οι πιο παροιμιώδεις στιχοι για την άνοιξη και τον έρωτα έρχονται από τον Σολωμό, που με δυο στίχους είπε καταληκτικά, όσα προσπάθησαν, φλύαρα πολλές φορές να πουν πολλοί άλλοι. Αυτό εντελώς παρενθετικά.
Το γνωστό, «Ο Απρίλης με τον Έρωτα χορεύουν και γελούνε…»
Και το ακόμη πιο γνωστό, «Έστησ' ο έρωτας χορό με τον ξανθό Απρίλη…».
Κ. Καρυωτάκη
Διάκος
Μέρα τ’ Απρίλη.
Πράσινο λάμπος,
γελούσε ο κάμπος
με το τριφύλλι.
Ως την εφίλει
το πρωινό θάμπος,
η φύση σάμπως
γλυκά να ομίλει.
Εκελαδούσαν
πουλιά, πετώντας
όλο πιο πάνω.
Τ’ άνθη ευωδιούσαν.
Κι είπε απορώντας:
«Πώς να πεθάνω;»
Μέρα τ’ Απρίλη.
Πράσινο λάμπος,
γελούσε ο κάμπος
με το τριφύλλι.
Ως την εφίλει
το πρωινό θάμπος,
η φύση σάμπως
γλυκά να ομίλει.
Εκελαδούσαν
πουλιά, πετώντας
όλο πιο πάνω.
Τ’ άνθη ευωδιούσαν.
Κι είπε απορώντας:
«Πώς να πεθάνω;»
... πάντα πληθωρικός και ανεξάντλητος, κε Ηλιόπουλε! :)
ΑπάντησηΔιαγραφή