Πέμπτη 9 Μαΐου 2013

Φωτορεπόρτερ και photoshop...


Ακόμη και οι κορυφαίοι φωτορεπόρτερ σήμερα βελτιώνουν ψηφιακά τις φωτογραφίες τους. Η τάση αυτή έχει ως αιτία τον αυξημένο ανταγωνισμό στην αγορά ειδησεογραφικών φωτογραφιών πιέζοντας έτσι τους φωτορεπόρτερ να κάνουν την δουλειά τους όσο το δυνατόν πιο δραματική. Όμως που βρίσκονται τα όρια της αισθητικής βελτίωσης;
  Προγράμματα όπως το Photoshop  προσφέρουν σήμερα την δυνατότητα για εύκολη επεξεργασία των φωτογραφιών. Για την συγκεκριμένη φωτογραφία, που παρουσιάζει μια κηδεία στην Γάζα πολλοί μπλόγκερ και δημοσιογράφοι φίλα προσκείμενοι στο Ισραήλ είχαν αντιδράσει. Η φωτογραφία του Πωλ Χάνσεν που βραβεύτηκε από την Word Press ως Φωτογραφία του 2013, ήταν εμφανώς αισθητικά βελτιωμένη αλλά δεν κρίθηκε ότι ξεπερνά τα όρια της αυθεντικότητας.




Αμφιβολίες για την αυθεντικότητα της φωτογραφίας «Gaza Burial» του Πολ Χάνσεν που κέρδισε το διεθνές βραβείο φωτογραφίας για το 2012 «World Press Photo» και έκανε το γύρο του κόσμου προκαλώντας ρίγη συγκίνησης, δημιουργούνται μετά την ανάλυση ενός ειδικού που ούτε λίγο, ούτε πολύ υποστηρίζει ότι η εικόνα είναι... πειραγμένη και αποτελεί προϊόν επεξεργασίας με photoshop.
Ολα ξεκίνησαν τη Δευτέρα όταν ο ειδικός επί τέτοιων θεμάτων Νιλ Κράουτζ ανέφερε μιλώντας στον ιστότοπο Extremetech.com ότι η φωτογραφία που τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο στο διαγωνισμό «World Press Photo 2012» δεν είναι αυθεντική, αλλά αποτελείται από τρεις διαφορετικές εικόνες. Ο ειδικός ανέφερε μάλιστα, ότι έχουν «πειραχτεί» και τα πρόσωπα των πενθούντων τα οποία πρωταγωνιστούσαν στη συγκεκριμένη φωτογραφία.
«Ο Χάνσεν έβγαλε μια σειρά φωτογραφιών. Στη συνέχεια συνειδητοποίησε πως η πιο δραματική φωτογραφία του είναι αρκετά σκοτεινή και έτσι αποφάσισε να ενώσει περισσότερες από μια φωτογραφίες και να τις φωτίσει», προσθέτει ο Νιλ Κράουτζ.
Ο Σουηδός βραβευμένος φωτογράφος, από την πλευρά του έσπευσε να διαψεύσει τους ισχυρισμούς του Κράουτζ τονίζοντας ότι η φωτογραφία δεν αποτελεί προϊόν σύνθεσης, ούτε είναι ψεύτικη.
«Καμιά φωτογραφία μου δεν έχει εξεταστεί πιο διεξοδικά, όσο αυτή. Τη μελέτησαν τέσσερις εμπειρογνώμονες και ειδικοί επί των φωτογραφιών από όλο τον κόσμο» προσθέτει ο Πολ Χάνσεν.
Στο θέμα αναφέρθηκαν και εκπρόσωποι του «World Press Photo» μιλώντας στη Huffington Post. «Γύρω από τη φωτογραφία του Πολ Χάνσεν που τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο για το 2012 από την κριτική επιτροπή του διαγωνισμού, έχει ξεσπάσει μια συζήτηση για το επίπεδο ενίσχυσης που έχει υποστεί», είπε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε: «Ο Πολ Χάνσεν έχει ήδη εξηγήσει λεπτομερώς το πώς επεξεργάστηκε την εικόνα. Το World Press Photo δεν έχει κανένα λόγο να αμφισβητήσει τις εξηγήσεις του».
Ωστόσο, καταλήγει ο εκπρόσωπος του World Press Photo, προκειμένου να μπει ένα τέρμα στη συγκεκριμένη συζήτηση και να διαλυθεί κάθε φήμη, σε συνεργασία με τον Πολ Χάνσεν ζητήσαμε από δυο ανεξάρτητους ειδικούς να κάνουν τη δική τους πραγματογνωμοσύνη πάνω στη συγκεκριμένη εικόνα. Μόλις τα πορίσματά τους είναι έτοιμα, θα δοθούν στη δημοσιότητα».
Η βραβευμένη φωτογραφία του Χάνσεν απεικόνιζε την κηδεία δυο μικρών παιδιών που είχαν σκοτωθεί σε εχθροπραξίες στην Παλαιστίνη να κηδεύονται δια περιφοράς από πονεμένους συμπατριώτες τους.




Πολλοί φοβούνται ότι με την επεξεργασία των φωτογραφιών τα όρια μεταξύ δημοσιογραφικής φωτογραφίας και καλλιτεχνικής ή εμπορικής εικόνας χάνονται. Τα προγράμματα ψηφιακής επεξεργασίας μεγιστοποιούν και διευρύνουν τις δυνατότητες που έχει πλέον ο φωτογράφος που κάποτε μέσα σε σκοτεινούς θαλάμους προσπαθούσε να βελτιώσει τις φωτογραφίες του κατά την επεξεργασία και την εκτύπωση. Η φωτογραφία αυτή του βραβευμένου Αμερικανού, Μίκα Άλμπερτ, που απεικονίζει μια ρακοσυλλέκτρια στην Κένυα υπέστη επεξεργασία για να δείχνει έτσι:





Ξεκινώντας από σήμερα, η φωτογραφία του Χάνσεν και άλλων νικητών βραβείων της Word Press Photo Awards θα παρουσιάζονται στο Gruner+Jahr στο Αμβούργο. Η έκθεση θα δώσει την ευκαιρία στο κοινό να επιλέξει εάν η σύγχρονη επεξεργασία φωτογραφιών ξεπερνά όντως τα όρια της αυθεντικότητας. Η παραπάνω φωτογραφία προέρχεται από ένα εργοτάξιο στο Μπελο Μόντε Νταμ στην Βραζιλία. Μετά από επεξεργασία δημοσιεύθηκε στο Spiegel έτσι:





Ο φωτισμός δεν ήταν ότι καλύτερο στην πλατεία Ταχρίρ στο Κάιρο κατά τις γιορτινές διαδηλώσεις για την παραίτηση του Χόσνι Μουμπάρακ το 2011. Τέτοια προβλήματα όμως αντιμετωπίζονται εύκολα με την χρήση του Photoshop. «Υπάρχει πολύ περισσότερος ανταγωνισμός για τις φωτογραφίες σήμερα», δηλώνει ο Κλάους Χόννεφ, καθηγητής θεωρητικής φωτογραφίας, στο Spiegel. «Τα πρακτορεία πρέπει να αποδεικνύονται καλύτερα το ένα από το άλλο». Έτσι, η φωτογραφία δημοσιεύθηκε ως εξής:
 





Η επεξεργασία των φωτογραφιών ήταν πάντα δεδομένη σε περιοδικά lifestyle. Παρόλα αυτά, τον τελευταίο καιρό, αρχίζει να γίνεται δεδομένη και σε ειδησεογραφικά μίντια. Στην φωτογραφία παρουσιάζονται αντάρτες στην Λιβύη να καλύπτονται από τα πυρά των κυβερνητικών στο Ρας Λανούφ. Η κατά τ’ άλλα τρομακτική φωτογραφία, μετά την επεξεργασία που υπέστη έγινε παράξενα όμορφη.





Ο Γιούρι Κοζυρεφ, Ρώσος φωτορεπόρτερ, μετέδιδε από εμπόλεμες ζώνες για σημαντικά περιοδικά επί 25 χρόνια,
στέλνοντας τα φίλμ του απευθείας στους πελάτες του. Αυτή είναι μια φωτογραφία από μια διαδήλωση εναντίον του Πούτιν τον Ιανουάριο του 2012. Ακολουθεί η βελτιωμένη εκδοχή. «Οι αυθεντικές φωτογραφίες δείχνουν εντελώς πεζές», σχολιάζει ο Κοζυρέφ.





Τα ειδησεογραφικά πρακτορεία εμμένουν σε ότι είναι επιτρεπτό, όμως δεν απορρίπτουν εντελώς την μεταγενέστερη επεξεργασία. Το Associated Press για παράδειγμα στην ουσία επιτρέπει μόνο την επεξεργασία που θα μπορούσε να γίνει σε ένα σκοτεινό θάλαμο ενός φωτογράφου καθώς αυτό «διατηρεί την αυθεντικότητα της φωτογραφίας», όπως δηλώνει αινιγματικά. Η φωτογραφία αυτή προέρχεται από το Νότιο Σουδάν. Μετά από επεξεργασία, όμως, παρουσιάζει το ακόλουθο αποτέλεσμα. «Το όριο μεταξύ του φωτορεπορτάζ και της φωτογράφισης είναι η ηθική», δηλώνει ο φωτογράφος Φρανσέσκο Ζιζόλα. «Είμαστε καλοί στο να εκμεταλλευόμαστε τις δυνατότητες χωρίς να ξεπερνάμε τα όρια», προσθέτει.







Φωτογραφία από την πλατεία Ταχρίρ του Γιούρι Κοζυρεφ από διαδηλωτές κάτω από την βροχή. Μετά από επεξεργασία απέκτησε το αποκαλούμενο «ιταλικό στυλ» που έχει γίνει πολύ δημοφιλές.




Αναδημοσίευση από το tvxs.gr/node/128000

Τρίτη 7 Μαΐου 2013

10 Μαΐου 1933. H καύση των βιβλίων από τους ΝΑΖΙ

Μια σημαντική στιγμή της Ιστορίας συνέβη πριν από περίπου 80 χρόνια στη Γερμανία, όταν τα βιβλία των μεγαλύτερων προσωπικοτήτων της γερμανόφωνης διανόησης κατακαίγονταν, σε μια κίνηση των ναζί να αποκεφαλίσουν «πνευματικά» τη χώρα.
Τα έργα αναπαλαίωσης της Όπερας του Βερολίνου έχουν καλύψει με σκόνη την πλάκα που έχει τοποθετηθεί στο πλακόστρωτο της Μπέμπελπλατς για να θυμίζει το «auto da fe». Όμως τα μάτια των περαστικών σταματούν στα λόγια του Χάινριχ Χάινε που υποστήριζε πως: «Εκεί όπου καίνε βιβλία, μία μέρα θα καίνε και ανθρώπους».
Στην πλατεία αυτή, μπροστά στο κτίριο του Πανεπιστημίου Humboldt, 20.000 βιβλία ρίχτηκαν στην πυρά στις 10 Μαΐου 1933.

Μέχρι τις 11.00 το βράδυ, τα βιβλία των Σίγκμουντ Φρόιντ, Χάινριχ Μαν, Κουρτ Τουχόλσκι, Καρλ Κάουτσκι, Μπέρτολτ Μπρεχτ, Εριχ Κέστνερ, Καρλ φον Οσιέτσκι, Εριχ Μαρία Ρεμάρκ, Φραντς Βέρφελ, Αρνολντ Τσβάιχ και Στέφαν Τσβάιχ είχαν γίνει στάχτη.
Η ανάμνηση του «auto da fe», που επαναλήφθηκε σε 20 ακόμη πόλεις της Γερμανίας, παραμένει ζωντανή στην γυάλινη πλάκα στο πλακόστρωτο της πλατείας, μέσα από την οποία διακρίνεται κάτω από το έδαφος μία βιβλιοθήκη με άδεια ράφια, ένα έργο του Ισραηλινού καλλιτέχνη Μίσα Ούλμαν που συμβολίζει αυτήν την πρόθεση του ξεριζώματος της καρδιάς της χώρας των ποιητών και το στοχαστών που κυριάρχησε στις πράξεις των ναζιστών φοιτητών.
«Περί τους 400 συγγραφείς χάθηκαν στις φλόγες, ανάμεσά τους το άνθος της λογοτεχνικής, επιστημονικής και πνευματικής κοινότητας της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης», εξηγεί η Ιρμελα φον ντερ Λύχε, καθηγήτρια Λογοτεχνίας στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου.
Η ενέργεια σκηνοθετήθηκε «ως τελετουργία», συνεχίζει η Ιρμελα φον ντερ Λύχε. «Αναψαν φωτιές, τα βιβλία έφθασαν με αμαξίδια υπό τους ήχους των ταμπούρλων... ιδιαίτερα λόγια προφέρθηκαν πριν ριχθούν στη φωτιά».

Το ίδιο βράδυ στο Βερολίνο ο υπουργός Εκπαίδευσης του Λαού και Προπαγάνδας Γιόζεφ Γκέμπελς θα πει: «Ο αιώνας του ακραίου εβραϊκού διανοουμενισμού τελείωσε και η γερμανική επανάσταση άνοιξε και πάλι τον δρόμο στο γερμανικό ον».
Αυτά τα «auto da fe» είναι η κατάληξη μίας ολόκληρης επιχείρησης «κατά του μη γερμανικού πνεύματος» που ενορχηστρώθηκε από τους φοιτητές. Σε άρθρο που δημοσιεύθηκε στις 8 Μαΐου 1933, οι φοιτητές συνοψίζουν έτσι τον αγώνα τους: «Αγωνιζόμαστε υπέρ της καθαρότητας του πολιτισμού μας». Η επιχείρηση θεωρήθηκε συνέχεια της ημέρας μποϊκοτάζ των εβραϊκών καταστημάτων την 1η Απριλίου 1933.
Πολλοί από τους συγγραφείς που έγιναν στόχος των «auto da fe» είχαν ήδη φύγει από τη Γερμανία, αυτοεξορισμένοι μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία στις 30 Ιανουαρίου 1933.
Η καύση των βιβλίων όμως έσπειρε τον τρόμο μεταξύ των συγγραφέων που είχαν καταφύγει στο Παρίσι, τη Βιέννη, την Πράγα, την Ελβετία, λέει η Ιρμελα φον ντερ Λύχε. «Από τη στιγμή εκείνη κανείς δεν είχε πια ψευδαισθήσεις».
Πέντε χρόνια αργότερα ήταν η σειρά της πυρπόλησης των συναγωγών κατά τη Νύκτα των Κρυστάλλων. Και μέχρι να φθάσει η Τελική Λύση, τα λόγια του Χάινριχ Χάινε δεν έφευγαν από τον νου κανενός από τους συγγραφείς των καμένων βιβλίων.

Σάββατο 4 Μαΐου 2013

Λευτέρης Βογιατζής

Βαριά θλίψη έχει κυριεύσει όχι μόνο το θεατρικό κόσμο αλλά και το κοινό που λάτρεψε και ακολούθησε φανατικά τον σκηνοθέτη και ηθοποιό Λευτέρη Βογιατζή. Αίσθηση που εντείνεται καθώς τον ακούμε να μιλά για μια χρονιά σταθμό στη ζωή του, στην εκπομπή «Η ιστορία των χρόνων μου».

Στη σειρά ντοκιμαντέρ ο Λευτέρης Βογιατζής επέλεξε να μιλήσει για το 1982, χρονιά σταθμό την παρουσία του στο θέατρο. Αναφέρεται στην ιστορία της δημιουργίας της θεατρικής ομάδας «Σκηνή», με ιδρυτικά στελέχη τόσο τον ίδιο όσο και τους Ράνια Οικονομίδου, Σμαράγδα Σμυρναίου, Άννα Κοκκινου, Βασίλη Παπαβασιλείου, Τάσο Μπαντή, Δημήτρη Καταλειφό.

Μέσα από αποσπάσματα παραστάσεων ξετυλίγεται η πορεία αυτού του επίλεκτου θιάσου, αρχής γενομένης με την εναρκτήρια παράσταση «Η σπασμένη στάμνα» του Χαϊνριχ Φον Κλαϊστ το 1982. Ο Λευτέρης Βογιατζής ξεναγεί επίσης τους τηλεθεατές στο «Θέατρο της οδού Κυκλάδων», όπου στεγάστηκαν τα όνειρα εκείνης της θεατρικής ομάδας.

Περιλαμβάνονται επίσης πλάνα και από την παράσταση «Bella Venezia» του Γιώργου Διαλεγμένου με την Πέγκυ Σταθακοπούλου, την Ξένια Καλογεροπούλου και την Λουκία Μιχαλοπούλου.