Πέμπτη 30 Μαΐου 2013

Τη νύχτα που κατέβηκε η σβάστικα

Στην σημερινή τους ανακοίνωση οι ενεργοί πολίτες Πάρου, ανιστορούνται τα γεγονότα της 30ης Μαίου 1941, όταν οι νεαροί τότε Μανώλης Γλέζος και Λάκης Σάντας, κατέβαζαν τη ναζιστική σβάστικα από την Ακρόπολη, μεταφέροντας το μήνυμα της έναρξης της Εθνικής αντίστασης στο ναζισμό.
"Το πρωί της 30ης Μαΐου 1941, ο Γλέζος και ο Σάντας πληροφορήθηκαν από το ραδιόφωνο ότι η Κρήτη είχε πέσει. Οι Γερμανοί με προκηρύξεις κόμπαζαν για το κατόρθωμά τους. Οι δύο νέοι αποφάσισαν να δράσουν το ίδιο βράδυ.
Όπλα δεν είχαν, παρά μόνο ένα φαναράκι κι ένα μαχαίρι. Η ώρα είχε φθάσει 9:30 το βράδυ. 
Με άγνοια κινδύνου, πήδηξαν τα σύρματα, σύρθηκαν ως τη σπηλιά του Πανδρόσειου Άντρου και άρχισαν να σκαρφαλώνουν από τις σκαλωσιές, που είχαν φτιάξει οι αρχαιολόγοι για τις ανασκαφές. Φθάνοντας σε απόσταση ολίγων μέτρων από τον ιστό της σημαίας δεν αντιλήφθηκαν κανένα φρουρό και με γρήγορες κινήσεις κατέβασαν από τον ιστό το μισητό σύμβολο του ναζισμού. Ήταν μία τεράστια σημαία, διαστάσεων 4x2 μ. Είχαν φθάσει πια μεσάνυχτα.
Οι δύο «κομάντος» δίπλωσαν και πήραν μαζί τους τη σημαία και ακολουθώντας το ίδιο δρομολόγιο απομακρύνθηκαν από την Ακρόπολη, χωρίς και πάλι να γίνουν αντιληπτοί από τους Γερμανούς, που συνέχιζαν τη διασκέδασή τους.

Με έκπληξη η γερμανική φρουρά αντιλήφθηκε νωρίς το πρωί ότι η σβάστικα έλειπε από τον ιστό. Οι γερμανικές αρχές πανικοβλημένες διέταξαν ανακρίσεις. Μόλις στις 11 το πρωί ανάρτησαν μια νέα σημαία στον κενό ιστό.

Γλέζος και Σάντας καταδικάσθηκαν ερήμην σε θάνατο, οι έλληνες διοικητές των αστυνομικών τμημάτων της περιοχής απαλλάχθηκαν από τα καθήκοντά τους, ενώ για τους φύλακες της Ακρόπολης δεν προέκυψε κάποιο ενοχοποιητικό στοιχείο.

Η υποστολή της σβάστικας από την Ακρόπολη αποτέλεσε ουσιαστικά την πρώτη αντιστασιακή πράξη στην κατεχόμενη Αθήνα, μία ενέργεια με συμβολικό χαρακτήρα, αλλά τεράστια απήχηση στο ηθικό των δοκιμαζόμενων Ελλήνων. Το Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς ιδρύθηκαν οι δύο μεγάλες αντιστασιακές οργανώσεις ΕΑΜ και ΕΔΕΣ.

Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, ο Μανώλης Γλέζος συνελήφθη τρεις φορές από τους Γερμανούς, φυλακίστηκε και κατόρθωσε να δραπετεύσει, ενώ ο Λάκης Σάντας ξέφυγε από τους διώκτες του και κατετάγη στον ΕΛΑΣ.

Σημείωση: Στα σημερινά αφιερώματα γράφεται ότι εκτελέστηκαν οι Γερμανοί φρουροί. Κανένας δεν εκτελέστηκε, ούτε Γερμανός,ούτε Έλληνας.
Επίσης να σημειωθεί ότι όπως τονίζει ο Μανώλης Γλέζος, πρώτη πράξη αντίστασης, ήταν αυτή τού Μάθιου Πόταγα, στις 2 Μαιού στην Βυτίνα.


 

Κυριακή 26 Μαΐου 2013

O ύμνος του Champions League

Ο ύμνος δημιουργήθηκε το 1992 και η επιρροή του ξαφνιάζει ακόμα και τον δημιουργό του, τον Τόνι Μπρίτεν. «Πρέπει να πω ότι εκπλήσσομαι σχετικά με το πόσο έχει αντέξει στο χρόνο και πόσο δημοφιλής έχει γίνει», δηλώνει και συνεχίζει: «Για να είμαι ειλικρινής όταν ανέλαβα τη δημιουργία του ύμνου, ήταν απλώς άλλη μια δουλειά για μένα. Η όλη διαδικασία κράτησε περίπου ένα μήνα».

Ο Μπρίτεν εμπνεύστηκε τον ύμνο από ένα κομμάτι ηλικίας 300 περίπου ετών, το «Ζάντοκ, ο Πάπας», έναν από τους τέσσερις ύμνους που είχαν γραφτεί για την ενθρόνιση του Αγγλου βασιλιά Γεωργίου του δεύτερου το 1727. Ενός βασιλιά γνωστού για τις πολλές εξωσυζυγικές του σχέσεις και το οξύθυμο του χαρακτήρα του.
Ο Μπρίτεν πήρε την εισαγωγή του παλιού ύμνου κι άρχισε να δουλεύει προσθέτοντας τους στίχους που - σύμφωνα με τις προσταγές της UEFA - θα... ψάλλονταν από χορωδία. Ο ύμνος έπρεπε να γραφτεί σε τρεις γλώσσες. Αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά. Αυτό που έκανε ο Μπρίτεν, λοιπόν, ήταν να γράψει μια λίστα με επίθετα, να τα μεταφράσει στις άλλες δύο γλώσσες και να δει αν το αποτέλεσμα ταιριάζει. Επειτα από μελέτη κατέληξε στο ρεφρέν. Το γνωστό πια The Champions. Ακούστε το.


Πέμπτη 23 Μαΐου 2013

H Ελλάδα του 1960 μἐσα πό το φακό του Κ. Μάνου

Ενα ατόφιο κομμάτι της ταυτότητας των Ελλήνων και της μοναδικής εξέλιξης της σύγχρονης ιστορίας καταγράφουν οι φωτογραφίες του Κωνσταντίνου Μάνου, που περιηγήθηκε σε χωριά και νησιά της Ελλάδας και κατέγραψε τη σπάνια ανθρωπογεωγραφία τους. Μεγάλο μέρος αυτών των φωτογραφιών εκτίθενται από σήμερα στο Μουσείο Μπενάκη στο Κολωνάκι.



Στις φωτογραφίες του αποκρυσταλλώνονται εφήμερες καθημερινές στιγμές, με λιτό και αυστηρό ύφος, αλλά και με τρυφερότητα, χωρίς ρητορικά σχήματα. Το πολυβραβευμένο έργο του ξεχωρίζει από την έως τότε φωτογραφική απεικόνιση της χώρας και λειτουργεί ως εφαλτήριο στους νέους φωτογράφους για μια διαφορετική προσέγγιση της ελληνικής υπαίθρου. Πέρα από το εθνολογικό-ιστορικό ενδιαφέρον που απέκτησε το έργο αυτό με την πάροδο του χρόνου και ιδιαίτερα μετά τις καταλυτικές αλλαγές που επέφερε η ανάπτυξη του τουρισμού τις τελευταίες δεκαετίες, η ποιητική ικανότητα του φακού του Μάνου δημιουργεί εικόνες διαχρονικές που αποπνέουν τη μοναδικότητα του τοπίου και των κατοίκων του, προσφέροντάς μας έτσι «ένα κομμάτι της ταυτότητάς μας». Ακόμη, όπως τα έργα των μεγάλων ποιητών, καθώς αναφέρει ο διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη Αγγελος Δεληβοριάς, «παραπέμπουν στις αναλλοίωτες αξίες, τις ανιχνεύσιμες ακόμα και στα πιο ταπεινά φαινόμενα της ζωής και στην επική διάσταση την ενυπάρχουσα στη σχέση του ανθρώπου με το περιβάλλον».



Με αφορμή τη συμπλήρωση των 50 χρόνων από τη δημιουργία της πολυβραβευμένης ενότητας φωτογραφιών A Greek Portfolio, ο Κωνσταντίνος Μάνος επανεξετάζει τις λήψεις που πραγματοποίησε κατά το διάστημα 1961-1964 (και συμπληρώθηκαν το 1967), όταν περιηγήθηκε τη γη των γονιών του από άκρη σε άκρη, «ως ένας φιλικός παρατηρητής, δίχως βιασύνη και συγκεκριμένο σχέδιο» και μας προσφέρει μια διαφορετική ανάγνωση του υλικού του. Στο πρώτο μέρος της έκθεσης παρουσιάζεται ένα σύνολο πρωτότυπων εκτυπώσεων από τις φωτογραφίες που επέλεξε ο ίδιος το 1972 για να εικονογραφήσει το ομότιτλο λεύκωμά του. Στο δεύτερο μέρος, τα θέματα σταχυολογήθηκαν από τα 219 πρωτότυπα τυπώματα που πρόσφατα δώρισε ο δημιουργός στο Φωτογραφικό Αρχείο του Μουσείου Μπενάκη και τα οποία δεν συμπεριέλαβε κατά τη σύνθεση του βιβλίου A Greek Portfolio. Οι δύο αυτές ενότητες έρχονται σε διάλογο καθώς στο σύνολό τους αποτελούν αξιόλογα δείγματα της γραφής του. Μολονότι δεν είχαν την ίδια προβολή, οι εικόνες που για πρώτη φορά μας αποκαλύπτει ο Μάνος αποπνέουν χάρη στην ποιητική του ικανότητα τη μοναδικότητα του τοπίου και των κατοίκων του. Η προσέγγιση των θεμάτων του ξεχωρίζει από την έως τότε φωτογραφική απεικόνιση της χώρας και λειτουργεί ως εφαλτήριο στους νέους φωτογράφους για μια διαφορετική απόδοση της ελληνικής υπαίθρου.



Ποιος είναι ο Κωνσταντίνος Μάνος
Ο Κωνσταντίνος Μάνος γεννήθηκε στην πόλη Κολούμπια της Νότιας Καρολίνας των ΗΠΑ από Ελληνες γονείς. Με τη φωτογραφία ήρθε σε επαφή για πρώτη φορά στα δεκατρία του χρόνια, ως μέλος της φωτογραφικής λέσχης του σχολείου του. Στο πανεπιστήμιο ανακάλυψε τον Henri Cartier-Bresson και το έργο του. Έχοντας βρει τον μέντορά του, απέκτησε αμέσως την πρώτη του μηχανή Leica με την οποία πραγματοποίησε τις πρώτες του λήψεις σ' ένα μικρό νησί απέναντι από τα παράλια της Νότιας Καρολίνας, όπου κατοικούν απόγονοι σκλάβων που εργάζονταν σε φυτείες. Σε ηλικία μόλις δεκαεννέα ετών προσλήφθηκε ως επίσημος φωτογράφος της Συμφωνικής Ορχήστρας της Βοστόνης για το καλοκαιρινό της φεστιβάλ. Η συνεργασία του αυτή οδήγησε το 1961 στην έκδοση του πρώτου του βιβλίου με τίτλο Portrait of Α Symphony που περιλαμβάνει στιγμιότυπα από πρόβες και παραστάσεις της ορχήστρας στο ωδείο της πόλης. Αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο της Νότιας Καρολίνας το 1954 με πτυχίο στην αγγλική λογοτεχνία και για τα επόμενα δύο χρόνια υπηρέτησε στον αμερικανικό στρατό. Μετά τη λήξη της στρατιωτικής του θητείας εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη και εργάστηκε ως επαγγελματίας φωτογράφος για τα περιοδικά Esquire, Life και Look. Από το 1961 έως το 1963 ο Μάνος έζησε στην Ελλάδα όπου και φωτογράφησε για το λεύκωμα A Greek Portfolio το οποίο κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1972. Το βιβλίο απέσπασε διακρίσεις στο φωτογραφικό φεστιβάλ της Arles και στο φεστιβάλ βιβλίου της Λειψίας. Το 1999 το επανεκδόθηκε με αφορμή την έκθεση των φωτογραφιών του στο Μουσείο Μπενάκη. Εικόνες από τη σειρά αυτή έχουν παρουσιαστεί εκτός των άλλων στο Ινστιτούτο Τέχνης του Σικάγου και στην Εθνική Βιβλιοθήκη του Παρισιού.



Επιστρέφοντας στις ΗΠΑ εγκαταστάθηκε στη Βοστόνη και συνεργάστηκε με τις εκδόσεις Time-Life συμβάλλοντας μάλιστα στην εικονογράφηση του βιβλίου τους για την Αθήνα. Το 1974 εργάστηκε ως κύριος φωτογράφος του Where's Boston, μιας παραγωγής πολυμέσων με θέμα τη ζωή της πόλης 200 χρόνια μετά την Αμερικανική Ανεξαρτησία. Με το πρόγραμμα αυτό συνδέθηκε τόσο η έκδοση του βιβλίου του Bostonians όσο και μια υπαίθρια έκθεση με 152 ασπρόμαυρες φωτογραφίες στις οποίες αποτυπώνεται η ποικιλομορφία των κατοίκων της πόλης.
Από το 1963 ο Μάνος είναι μέλος του διεθνούς πρακτορείου Magnum Photos. Φωτογραφίες του συμπεριλαμβάνονται στις μόνιμες συλλογές σημαντικών ιδρυμάτων όπως του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης, του Μουσείου Καλών Τεχνών της Βοστόνης, του Ινστιτούτου Τέχνης του Σικάγου, του Μουσείου Καλών Τεχνών του Χιούστον, της Εθνικής Βιβλιοθήκης του Παρισιού, του Μουσείου Τέχνης Chrysler στο Νόρφολκ, του George Eastman House στο Ρότσεστερ, του Μουσείου Τέχνης της Ατλάντα καθώς και του Μουσείου Μπενάκη.
Το 1982 ο Μάνος πέρασε από την ασπρόμαυρη φωτογραφία στην έγχρωμη. Τα πρώτα δείγματα από το εν εξελίξει έργο του American Color δημοσιεύτηκαν στο ομότιτλο βιβλίο το 1995. Το 2000 δημοσιεύτηκε η συνέχεια αυτής της δουλείας με τον τίτλο American Color 2. To 2003 απέσπασε το βραβείο Leica Medal of Excellence ανάμεσα σε 250 συναδέλφους για την έγχρωμη δουλειά του.